29 Ιουλίου 2010

Η Ουγγαρία αψηφά το ΔΝΤ

του Jerome Duval

Η Ουγγαρία που θα έχει για έξι μήνες τη προεδρία της ΕΕ από τη 1η Ιανουαρίου 2011, υφίσταται πολύ έντονα τις συνέπειες μιας χρηματιστικής κρίσης που δεν λέει να τελειώσει. Αν και όχι πολύ μακριά από τους στόχους του Μάαστριχτ ως προς το έλλειμμα (3,8% το 2008), η Ουγγαρία έγινε η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έτυχε της οικονομικής υποστήριξης της τρόικας ΔΝΤ, ΕΕ και Παγκόσμιας Τράπεζας.Τον Οκτώβριο του 2008, αποφασίζεται για την Ουγγαρία ένα σχέδιο 20 δισεκατομμυρίων ευρώ: 12,3 δισεκατομμύρια ευρώ της δανείζει το ΔΝΤ , 6,5 η Ευρωπαϊκή Ένωση και 1 η Παγκόσμια Τράπεζα.  Το χρέος αυξάνει μηχανικά. Πέρα από την άμεση αφαίμαξη σε πληρωμές τόκων που βαραίνει το έλλειμμα, οι όροι είναι σκληροί για το πληθυσμό: αύξηση κατά 5 μονάδες του ΦΠΑ, που βρίσκεται σήμερα στο 25%, νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης που ανεβαίνει στα 65 χρόνια, πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων για δυο χρόνια, κατάργηση της 13ης σύνταξης, μείωση των δημόσιων βοηθειών στη γεωργία και στις δημόσιες μεταφορές… 

Η άκρα δεξιά μπαίνει στο Κοινοβούλιο

Η Ουγγαρία, που προηγουμένως την κυβερνούσαν οι σοσιαλδημοκράτες, είχε κατορθώσει να διατηρήσει ένα σχετικά προστατευτικό κοινωνικό σύστημα, αλλά η εφαρμογή, μετά από παρότρυνση του ΔΝΤ, σκληρών μέτρων λιτότητας δυσαρέστησε το πληθυσμό με αποτέλεσμα να επωφεληθεί η συντηρητική δεξιά που κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου 2010.  Ωστόσο, η νίκη του νέου συντηρητικού πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, χαιρετίστηκε αμέσως από την εταιρία αξιολόγησης Fitch Ratings που εκτίμησε ότι το κόμμα του, το Fidesz, που είχε συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία για να τροποποιήσει το Σύνταγμα, «αντιπροσωπεύει μια ευκαιρία για να εισαγάγει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» (1). Οι σοσιαλδημοκράτες γνώρισαν λοιπόν μια ιστορική ήττα και άνοιξαν μια λεωφόρο στην άκρα δεξιά (Jobbik) που μπήκε για πρώτη φορά στη Βουλή με το 16,6%.

Με το που ανέβηκε στην εξουσία, η κυβέρνηση άρχισε να κινδυνολογεί για την οικονομική κατάσταση της χώρας κάνοντας λόγο για μια υποτίμηση του ελλείμματος από τη προηγούμενη κυβέρνηση, που θα έφτανε το 7,5% του ΑΕΠ, δηλαδή πολύ πάνω από το 3,8% που υπολόγιζε το ΔΝΤ. Μπλόφα ή παραχάραξη των στατιστικών; Την επόμενη 5 Ιουνίου 2010, ένας άνεμος πανικού προκαλεί πτώση των Χρηματιστηρίων του Λονδίνου, Παρισιού, Βουδαπέστης…και το ευρώ υποτιμάται από το φόβο δυσκολιών ανάλογων με εκείνων της Ελλάδας. Πιεσμένη, η κυβέρνηση προσπαθεί τότε να διορθώσει τα πράγματα και πολλαπλασιάζει τα ανακοινωθέντα για να ηρεμήσει όσο είναι δυνατό τους αφιονισμένους κερδοσκόπους.deuda3

Να φορολογηθεί το κεφάλαιο ή η εργασία;

Για να μειώσει το έλλειμμα στο 3,8% του ΑΕΠ το 2010 όπως το απαιτεί το ΔΝΤ και η ΕΕ, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επιβάλλει ένα προσωρινό φόρο στο σύνολο του χρηματιστικού τομέα, που θα επέτρεπε να καρπωθεί το 0,45% του καθαρού ενεργητικού των τραπεζών (υπολογισμένου όχι επί των κερδών αλλά επί του τζίρου), να φορολογήσει με 5,2% τα εισοδήματα των ασφαλιστικών εταιριών και με 5,6% τις άλλες χρηματιστικές οντότητες (χρηματιστήριο, χρηματιστικούς πράκτορες, διαχειριστές επενδυτικών ταμείων…). Η Ουγγαρία πλειοδοτεί έτσι έναντι του Ομπάμα που έκανε μια δειλή αναφορά σε ένα φόρο μόνο 0,15% επί των τραπεζών. Όμως, αυτό το μέτρο που θα έπρεπε να αποφέρει ετήσια έσοδα περίπου 650 εκατομμυρίων ευρώ επί δυο χρόνια (το 2010 και 2011), δηλαδή περίπου  το 0,8% του ΑΕΠ σύμφωνα με τη κυβέρνηση, δεν αρέσει στις τράπεζες: αυτές ασκούν πίεση και απειλούν να αποσύρουν τις επενδύσεις τους από την Ουγγαρία. Όσο για το ΔΝΤ, αυτό σταματάει κάθε διαπραγμάτευση και απειλεί να κλείσει τη κάνουλα των πιστώσεων που παραχώρησε το 2008. Και όμως, το σχέδιο που έπρεπε αρχικά να εκπνεύσει το Μάρτιο του 2010 είχε παραταθεί μέχρι τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.

Φυσικά, είναι το σχέδιο φορολόγησης του χρηματιστικού τομέα, πραγματικό μήλο της έριδος μεταξύ του ΔΝΤ και της Ουγγαρίας, που μπλοκάρει τη συνέχιση του δανείου. Το ΔΝΤ εκτιμάει ότι η χώρα πρέπει να πάρει μέτρα σύμφωνα με το παρόν νεοφιλελεύθερο δόγμα: δηλαδή να φορολογήσει τους φτωχούς πριν φορολογήσει τις τράπεζες. Βέβαια, οι φτωχοί δεν έχουν πολλά λεφτά αλλά υπάρχουν πολλοί φτωχοί…Μήπως δεν αντιληφθήκατε τον κυνισμό εν δράσει;

Επιπλέον, το σχέδιο για πλαφόν στις αμοιβές στο δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένου του μισθού του διοικητή της κεντρικής τράπεζας, βρίσκεται εντελώς στους αντίποδες των συστάσεων του ΔΝΤ που προτιμάει μια εξίσωση προς τα κάτω μειώνοντας ή παγώνοντας τους μισθούς όπως π.χ. στην Ελλάδα ή στη Ρουμανία. Προσοχή πάντως να μην δημιουργηθούν αυταπάτες σχετικά με ένα κόμμα που είχε ευνοήσει τη διείσδυση του νεοφιλελευθερισμού στη δεκαετία του 1990…

«Είτε ο τραπεζικός φόρος είτε η λιτότητα»

Ο Christoph Rosenberg, που ήταν επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ στην Ουγγαρία, ξεκαθάρισε ότι η διεθνής οργάνωση επιθυμούσε να έχει περισσότερες διευκρινίσεις σχετικά με τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους: «Όταν έλθουμε την επόμενη φορά, εκτός κι αν έλθουμε την επόμενη εβδομάδα, η κυβέρνηση θα έχει λογικά προχωρήσει τον προϋπολογισμό 2011 και θα πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό προϋπολογισμό», είπε. Για ακόμα μια φορά, το ΔΝΤ ετοιμάζεται να διορθώσει τη κυβέρνηση και να παρέμβει άμεσα στην επεξεργασία του ουγγρικού προϋπολογισμού καταπατώντας κάθε εθνική κυριαρχία. Στο μεταξύ, το ΔΝΤ εκτιμάει ότι η χώρα πρέπει να πάρει «συμπληρωματικά μέτρα» λιτότητας για να πετύχει τους στόχους του ελλείμματος που  το ίδιο είχε θέσει. Από τη μεριά του, ο υπουργός οικονομικών Gyorgy Matolcsy δηλώνει στη διάρκεια συνέντευξης: «Έχουμε πει ότι δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε νέα μέτρα λιτότητας (…). Πάνε πέντε χρόνια που εφαρμόζουμε μέτρα λιτότητας, κι αυτός είναι ο λόγος που βρισκόμαστε σε αυτή τη κατάσταση». «Θα επιβάλλουμε το τραπεζικό φόρο, γνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα πρόσθετο μεγάλο βάρος, αλλά γνωρίζουμε επίσης ότι δεν μπορούμε να πετύχουμε (το στόχο) ενός ελλείμματος του 3,8%», «Είναι είτε ο τραπεζικός φόρος, είτε η λιτότητα» πρόσθεσε ο ίδιος. Προκειμένου να προστατευθεί από μιαν άκρα δεξιά σε πλήρη άνοδο κατά τις προσεχείς δημοτικές εκλογές στις αρχές Οκτωβρίου, η συντηρητική δεξιά στην εξουσία θέλει να αποφύγει να πάρει υπερβολικά αντιλαϊκά μέτρα και απορρίπτει κάθε συνέχιση των διαπραγματεύσεων με το ΔΝΤ.

Ολοκληρωμένη η ρήξη μεταξύ της Ουγγαρίας και του ΔΝΤ;

Στις 17 Ιουλίου το ΔΝΤ αναστέλλει τις διαπραγματεύσεις και κατά συνέπεια, την εκταμίευση νέων δόσεων. Σε μια πρώτη φάση, η τιμωρία των αγορών δεν άργησε να έλθει και το εθνικό νόμισμα, το φιορίνι υποχωρούσε περίπου κατά 2,4% στο άνοιγμα, ενώ το Χρηματιστήριο έχανε πάνω από 4%. Τότε ο πρωθυπουργός  Βίκτορ Όρμπαν βγαίνει στο προσκήνιο και πετυχαίνει να ηρεμήσει τη κερδοσκοπία ευχαριστώντας το ΔΝΤ για τη «τρίχρονη βοήθειά του» ενώ ταυτόχρονα υπενθυμίζει ότι «η συμφωνία για το δάνειο εκπνέει τον Οκτώβριο και άρα δεν υπάρχει τίποτα προς αναστολή». Και τονίζει «οι τράπεζες ήταν στην αφετηρία της παγκόσμιας κρίσης, και είναι φυσιολογικό να συμβάλουν στην ανάκαμψη» της κατάστασης.

Ο νέος νόμος για το χρηματιστικό φόρο που προβλέπει εξάλλου μια μείωση του φόρου επί των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από 16% σε 10%, εγκρίνεται με συντριπτική πλειοψηφία (301 ψήφοι υπέρ και μόνο 12 κατά) στις 22 Ιουλίου από το Κοινοβούλιο όπου κυριαρχεί το Fidesz του κ. Όρμπαν. Χωρίς καμιά έκπληξη, ήδη από την επομένη, οι εταιρίες αξιολόγησης Moody’s και Standard and Poor’s θέτουν το  βαθμό του ουγγρικού κυρίαρχου χρέους  υπό παρακολούθηση συνοδευόμενη από μια ενδεχόμενη υποβάθμιση. Ο ρόλος αυτών των εταιριών, που είναι δικαστές και ταυτόχρονα κατήγοροι σε ένα θανατερό κερδοσκοπικό σύστημα, συνοψίζεται σε ελάχιστο χρόνο: βελτιώνουν το βαθμό κατά την άνοδο της συντηρητικής κυβέρνησης στην εξουσία εκτιμώντας ότι αυτή ακολουθεί το δρόμο της καπιταλιστικής λιτότητας και όταν αντιλαμβάνονται ότι τα μέτρα παίρνουν ένα δρόμο  διαφορετικό από εκείνο του νεοφιλελεύθερου δόγματος, ετοιμάζονται να τον υποβαθμίσουν.

Η εφημερίδα «Le Monde» υποστηρίζει τους πιστωτές

Αντίθετα από ό,τι λέει η γαλλική εφημερίδα Le Monde (2) στις 20 Ιουλίου, πρέπει να υποστηριχτεί η δηλωμένη ανυποταγή της ουγγρικής κυβέρνησης απέναντι στο ΔΝΤ καθώς και η ιδέα να κάνει το ίδιο απέναντι στον άλλο πιστωτή του, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το να πάρει τις αποστάσεις της από αυτούς του πιστωτές δεν συνιστά για κανένα λόγο μια ύβρη προς τον ουγγρικό λαό που θα πρέπει σε τελική ανάλυση να αποπληρώσει ένα χρέος οι όροι του οποίου αποτελούν ήδη ένα βαρύ φορτίο για το πληθυσμό.

Φυσικά, πρέπει να πάνε πέρα από μιαν απλή διπλωματική ρήξη προτείνοντας π.χ. ένα ενιαίο μέτωπο χωρών ενάντια στην αποπληρωμή του χρέους, επειδή όπως το είχε πει τόσο καλά ο Σανκάρα, παλιός πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο, λίγους μήνες πριν δολοφονηθεί: «Το χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί επειδή κατ’αρχή αν δεν πληρώσουμε, οι δανειστές μας δεν πρόκειται να πεθάνουν. Είμαστε σίγουροι για αυτό. (…) Αν ολομόναχη η Μπουρκίνα Φάσο αρνηθεί να πληρώσει το χρέος, δεν θα είμαι παρών στην επόμενη συνδιάσκεψη.  Αντίθετα, με την υποστήριξη όλων εκείνων που έχω ανάγκη, (χειροκροτήματα) με την υποστήριξη όλων, θα μπορέσουμε να αποφύγουμε να πληρώσουμε. Και αποφεύγοντας να πληρώσουμε θα μπορέσουμε να αφιερώσουμε τους ισχνούς μας πόρους στην ανάπτυξή μας.» (3)  Μόνο μια λαϊκή κινητοποίηση που απαιτεί την αλήθεια για το προορισμό των δανεισθέντων ποσών μαζί με την ικανοποίηση των μισθολογικών αιτημάτων καθώς και εκείνων που αναφέρονται στην απασχόληση ή τη κοινωνική προστασία θα επιτρέψει να κάνουμε να πληρώσουν το κόστος της κρίσης οι αληθινοί υπεύθυνοί της.

Να γιατί είναι πρωταρχικό για τους λαούς της Ευρώπης και αλλού, να περάσουν από audit αυτά τα γεμάτα ανομίες χρέη προκειμένου να καταγγείλουν την αποπληρωμή τους. Πρόκειται για ένα πρώτο βήμα προς την κυριαρχία που θα επέτρεπε να αφιερώσουν αυτά τα τεράστια ποσά που προορίζονται στην εξόφληση του χρέους  στις πραγματικές ανάγκες των πληθυσμών στους τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης ή των συντάξεων, να διατηρήσουν τις δημόσιες υπηρεσίες αντί να τις προσφέρουν στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.

(1)  Hongrie: Fitch salue le resultat electoral, Le Figaro, 26 Απριλίου 2010

(2)  « Ο κ. Ορμπάν επιδεικνύει ανοιχτά μια υβριστική ελαφρότητα απέναντι στους πιστωτές του», Le Monde, 19 Ιουλίου 2010.

(3)  Ομιλία του Τομά Σανκάρα στην Αντίς Αμπέμπα, στις 29 Ιουλίου 1987, μερικούς μήνες πριν το θάνατό του.