Όλοι είμαστε Charlie, αλλά δεν είμαστε ίδιοι
Γιάννος Θανασέκος*
Η ομόφωνη, ή οικουμενική, καταδίκη του τρομοκρατικού πλήγματος στο Παρίσι τόσο από την κοινή γνώμη όσο και από όλους τους πολιτικούς φορείς είναι κατανοητή και συμβολικά στο ύψος του στυγερού εγκλήματος – όπως επίσης και η άμεση εκδήλωση της διεθνούς αλληλεγγύης για την υπεράσπιση του θεμελιώδους δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται αυτή ή «Ιερά Συμμαχία» από τα κυβερνητικά επιτελεία, κινδυνεύει, αν όχι τείνει, να επισκιάσει ορισμένα ουσιαστικά προβλήματα που απορρέουν από το γεγονός αυτό καθαυτό.
Πρώτον: επισκιάζει την απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής ανάλυσης και εξήγησης των αιτιών που οδήγησαν και οδηγούν στην ακραία ριζοσπαστικοποίηση ατόμων και συλλογικοτήτων βάσει θρησκευτικών πιστεύω, δοξασιών και δογμάτων. Εδώ και δεκαετίες, οι οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού έχουν ως αποτέλεσμα όχι μόνο την περιθωριοποίηση ατόμων και κοινωνικών συνόλων, αλλά και την επιτάχυνση παραγωγής «περιττών» κοινωνικών στρωμάτων καταδικασμένων στην πενία, στην εξαθλίωση, στην απόγνωση, στην κοινωνική ταπείνωση και τον στιγματισμό. Το ότι αυτά τα φαινόμενα πλήττουν κατά προτεραιότητα και με τρόπο βάναυσο πληθυσμούς που προέρχονται από αποικιακές και μεταποικιακές σφαίρες, όπως επίσης και σύγχρονους μετανάστες και πρόσφυγες, είναι νομίζω αυτονόητο. Εκεί βρίσκεται το φυτόχωμα που θρέφει αυτού του είδους τις ριζοσπαστικοποιήσεις στην ενδοχώρα των παλιών αποικιακών μητροπόλεων. Όσο θα επιβάλλεται αυτή η οικονομική και κοινωνική θηριωδία, όσο θα αυξάνονται οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, όσο θα αυξάνεται η αλαζονεία του πλούτου και των ισχυρών, όσο θα υψώνουμε φράχτες και τοίχους αποκλεισμού εδαφών και πληθυσμών, τόσο θα αυξάνονται οι κίνδυνοι τέτοιων εκτροπών. Ο κοινωνιολογικός μηχανισμός είναι γνωστός: ο στιγματισμένος υιοθετεί το στίγμα και το μετατρέπει σε όπλο εναντίον του στιγματίζοντος (του κατήγορου).
Δεύτερον: η εν λόγω ομοφωνία επισκιάζει επίσης τις πολιτικές συνέπειες του γεγονότος αυτού καθαυτό, και πιο συγκεκριμένα τείνει να επισκιάσει τις αναπόφευκτες θεσμικές πρωτοβουλίες των κυβερνητικών επιτελείων, στη Γαλλία και την Ευρώπη γενικότερα, για την αντιμετώπιση του «διεθνούς τρομοκρατικού κινδύνου». Η αμερικανική εμπειρία που εδραιώθηκε μετά το τρομοκρατικό πλήγμα της 11ης Σεπτεμβρίου θα έπρεπε να μας καθιστά άκρως προσεκτικούς. Τα γεγονότα του Παρισιού προσφέρουν στη γαλλική κυβέρνηση μία σημαντική ευκαιρία, ένα άλλοθι par excellence, για να προβεί, χωρίς αντιστάσεις, σε θεσμικές ρυθμίσεις εκτάκτου ανάγκης, ικανές να προσβάλουν ουσιαστικά το κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα, τις δημοκρατικές αρχές και διαδικασίες – επιδείνωση του κοινωνικού και πολιτικού ελέγχου, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, επιτάχυνση της ποινικοποίησης των πολιτικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων και διεκδικήσεων… ήδη οι κυβερνητικές τοποθετήσεις οριοθετούν το γενικότερο πλαίσιο των αναμενόμενων πρωτοβουλιών κάτω από το πρίσμα μιας «εμπόλεμης κατάστασης», μιας κατάστασης «πολέμου» του «πολιτισμού» ενάντια στη «βαρβαρότητα», προοπτική που υιοθετεί τελικά το σχήμα της «σύγκρουσης των πολιτισμών». Αυτό το στίγμα κινδυνεύει να καθορίσει και τις ουσιαστικές κατευθύνσεις και δομές της «μετα-δημοκρατικής» εποχής που εγκαινιάζει τραγικά ή εποχή μας.
Τρίτον: η οικουμενική κατακραυγή του γεγονότος απ’ όλους τους θρησκευτικούς εκπροσώπους, τις θρησκευτικές κοινότητες και εκκλησίες πρέπει βέβαια να εκτιμηθεί ως απολύτως θετική για να αποφευχθούν αμαλγάματα και ξενοφοβικές δυναμικές, ιδιαίτερα η δυναμική της ισλαμοφοβίας – που επί δεκαετίες καλλιεργείται στη Γαλλία όχι μόνο από το Εθνικό Μέτωπο αλλά και από τη Δεξιά και τους συντηρητικούς όλων των παρατάξεων. Ωστόσο, ακόμα κι’ αυτή η θρησκευτική ομοφωνία επισκιάζει, παρακάμπτει ορισμένα προβλήματα που απαιτούν σκέψη και συζήτηση. Ποια είναι η θέση και ο ρόλος της θρησκείας και των θρησκειών γενικότερα τη σήμερον ημέρα, ιδιαίτερα μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της πολυεπίπεδης πολιτιστικής κρίσης που διανύουν οι σύγχρονες κοινωνίες; Νοηματική κρίση, κρίση αξιών, κρίση προσανατολισμού, κρίση ταυτοτήτων, κρίση αυτοπροσδιορισμού… Πώς εκτιμούμε, στο πλαίσιο αυτό, το γενικότερο φαινόμενο της δυναμικής, ακόμα και επιθετικής θα έλεγα «επιστροφής των θρησκειών και του θρησκευτισμού» (le retour du réligieux) στο προσκήνιο ακόμα και των πλέον εκκοσμικευμένων (sécularisées) κοινωνιών; Η ομόφωνη κοσμική και θρησκευτική κατακραυγή στοχεύει σήμερα τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και τους ισλαμιστές φονταμενταλιστές. Σωστό. Ωστόσο ποια θρησκεία, και ιδιαίτερα ποιες θρησκείες που έχουν ως θεμέλιο το δόγμα της εξ αποκαλύψεως αλήθειας –οι θρησκείες του Βιβλίου, των Ιερών Γραφών– δεν είναι κατ’ ουσίαν, στη δομική τους βάση (fondement), φονταμενταλιστικές; Ακόμα κι εκείνες που αναγκάστηκαν, ενίοτε διά της βίας, να προσαρμοστούν στο γενικότερο ρεύμα της εκκοσμίκευσης (sécularisation), εξακολουθούν να διατηρούν καίρια στοιχεία του δογματικού τους θεμελίου που τις καθιστά ακριβώς «θρησκείες» και εξακολουθούν να εκτρέφουν τους δικούς τους φονταμενταλιστές και intégristes. Αυτά τα στοιχεία που απορρέουν από το δογματικό υπόβαθρο ακόμα και των πλέον εκλαϊκευμένων θρησκειών, τα βλέπουμε ακόμα και σήμερα ενεργά δραστηριοποιημένα με ριζοσπαστικές διαθέσεις και πρακτικές, ενάντια σε σημαντικές κατακτήσεις και διεκδικήσεις πολιτισμικού και κοινωνικού χαρακτήρα των τελευταίων δεκαετιών όπως ή αντισύλληψη, η άμβλωση, η αναγνώριση και η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, η αποδοχή της διαφορετικότητας και γενικότερα θα έλεγα ενάντια στον «αυτοπροσδιορισμό» ως κατάκτηση και κομβικό στοιχείο της πολιτισμικής νεωτερικότητας. Πρόσφατα, στη Γαλλία, συντηρητικοί πολιτικοί σχηματισμοί και φονταμενταλιστές όλων των θρησκευτικών και εκκλησιαστικών αποχρώσεων κινητοποίησαν χιλιάδες και χιλιάδες διαδηλωτές ενάντια στη διεκδίκηση του γάμου για όλους («marriage pour tous»), της υιοθεσίας από ζεύγη ομοφυλοφίλων κ.λπ. Περί τούτων ουδείς λόγος μέσα στη γενική ομοφωνία. [Καλό θα ήταν ωστόσο να σκουπίζαμε και μπροστά στις «καθωσπρέπει» πόρτες μας. Η δυναμική επιστροφή στο προσκήνιο των κοινωνιών μας, του σκοταδισμού, του ανορθολογισμού όπως και η απερίσκεπτη κριτική και καταγγελία του Διαφωτισμού, του ορθού λόγου, της εκκοσμίκευσης (sécularisation), της επιστήμης και γενικότερα της légitimité des temps modernes, ως αίτια της σημερινής πολυεπίπεδης κρίσης, προσδίδουν ένα πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη δογματικών ριζοσπαστικοποιήσεων σε όλο το φάσμα των θρησκευτικών μορφωμάτων, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή.]
Τα επιχειρήματα που προβάλλει, στο πλαίσιο της οικουμενικής θρησκευτικής κατακραυγής του γεγονότος, η «καθωσπρέπει» ισλαμική θρησκεία και οι εκκλησιαστικοί της εκπρόσωποι, ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές χώρες με έντονη παρουσία πληθυσμών ισλαμικής καταγωγής, πολιτών και προσφύγων, απαιτούν ορισμένα σχόλια. Ισχυρίζονται ουσιαστικά ότι οι ισλαμιστές φονταμενταλιστές είναι θύματα εκτροπής και μιας εγκληματικής παρερμηνείας των προταγμάτων της ισλαμικής θρησκείας και ιδιαιτέρως μιας εγκληματικής παρερμηνείας του Κορανίου, των διδαγμάτων και των ιδανικών που απορρέουν από το Κοράνιο και του πολιτισμού που δύναται να εδραιώσει. Τα επιχειρήματα είναι δηλαδή, όσον αφορά την ουσία τους, καθαρά θεολογικά. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι στο ερμηνευτικό επίπεδο όλες οι αποκαλυπτικές Ιερές Γραφές που θεμελιώνουν όλες τις αποκαλυπτικές θρησκείες, προστάζουν, ισχυρίζονται, επιβάλλουν, με τον ίδιο επιτακτικό τρόπο, τα πάντα και το αντίθετο τους («le tout et son contraire»). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ιστορικά, οι ενδοθρησκευτικές ερμηνευτικές διενέξεις σημάδεψαν και εγκαινίασαν τους τραγικούς «θρησκευτικούς πολέμους» που γνωρίζουμε.
Το ότι βρισκόμαστε σήμερα, το 2015, στην Ευρώπη, μετά από δύο αιώνες εκκοσμίκευσης (de sécularisation), σ’ αυτό το ίδιο σημείο, στο ίδιο σκηνικό αιματηρών ενδοθρησκευτικών διενέξεων, θα έπρεπε να μας απασχολήσει ιδιαίτερα. Απαιτείται τουλάχιστον ένας τριπλός απολογισμός: 1) σχετικά με τη θέση και τον ρόλο των θρησκευτικών μορφωμάτων και θεσμών χθες και σήμερα, 2) όσον αφορά την κριτική επανεκτίμηση, τόσο των προϋποθέσεων όσο και των επιπτώσεων του κινήματος της εκκοσμίκευσης (du mouvement de sécularsation) και της νεωτερικότητας, και 3) σχετικά τόσο με την παράδοση της κλασικής κριτικής των θρησκειών (critique des religions), όσο και με τις αναγκαίες αναδιατυπώσεις της απέναντι στα καινούρια θρησκευτικά φαινόμενα.
Όλα αυτά τα προβλήματα κινδυνεύουν δυστυχώς να επισκιαστούν από την καθολική κατακραυγή και την ομοφωνία τού «Όλοι είμαστε Charlie».
*Συγγραφέας, καθηγητής πολιτικής κοινωνιολογίας, πρώην διευθυντής του Ιδρύματος Άουσβιτς (1982-2010) στις Βρυξέλλες, επιστημονικός συνεργάτης του Ελεύθερου Πανεπιστημίου Βρυξελλών και του Πανεπιστημίου της Λιέγης.