Ο επαναστατικός ανθρωπισμός
του Ερνέστ Μαντέλ
Του Michael Löwy
Ο Ερνέστ Μαντέλ ήταν γνωστός όχι μόνο ως ο κύριος θεωρητικός της Τέταρτης Διεθνούς, αλλά και ως ένας από τους μεγαλύτερους μαρξιστές οικονομολόγους του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα. Ωστόσο, ο απόηχος των έργων του ξεπερνούσε τις γραμμές του κινήματος που ίδρυσε ο Τρότσκι ή του κύκλου των φοιτητών της οικονομίας.
Από το Παρίσι μέχρι το Σάο Πάολο, από το Βερολίνο μέχρι τη Νέα Υόρκη, και από τη Μόσχα μέχρι το Μεξικό, οι λόγοι αυτής της μεγάλης έλξης, αυτού του ενδιαφέροντος και αυτής της συμπάθειας είναι πολλοί. Ένας από αυτούς εντοπίζεται σίγουρα στην επαναστατική ανθρωπιστική διάσταση των γραπτών του.
Αυτή η διάσταση είναι μια από τις ενοποιητικές αρχές της σκέψης του, μια κόκκινη κλωστή που διαπερνάει το έργο του, ανεξάρτητα αν αυτό αναφέρεται στην οικονομική συζήτηση στη Κούβα, στη φτώχεια στο Τρίτο Κόσμο, στη μαρξιστική πολιτική οικονομία ή στην επαναστατική στρατηγική σήμερα. Συνέδεε κάθε ζήτημα, είτε αυτό ήταν οικονομικό είτε πολιτικό, κάθε γεγονός, κάθε σύγκρουση, κάθε κρίση, σε μια συνολική άποψη, στη πάλη για μια οικουμενική και επαναστατική ανθρώπινη χειραφέτηση. Η εργασία του δεν ήταν κλεισμένο μέσα σε μια στενή θεώρηση των πραγμάτων, σε μια στενή τεχνική ή τακτική προσέγγιση, σε μια οικονομίστικη ή «πολιτίστικη» μέθοδο, αλλά ρίζωνε πάντα σε μια πλατύτερη ιστορικο-παγκόσμια επαναστατική ανθρωπιστική προοπτική.
Αυτή είναι και η αιτία που τα οικονομικά γραπτά του δεν περιορίζονται ποτέ μόνο στις αφηρημένες δυνάμεις και στους «οικονομικούς νόμους», αλλά καταπιάνονται με τα συγκεκριμένα ανθρώπινα όντα, με την αλλοτρίωσή τους, την εκμετάλλευσή τους, τον πόνο τους –καθώς και με την ιστορία των αγώνων τους, με την άρνησή τους να υποταγούν στη κυριαρχία του κεφαλαίου. Σίγουρα, ο ανθρωπισμός του Μαντέλ δεν είχε καμιά σχέση με το θολό «φιλανθρωπισμό» που είναι της μόδας σήμερα. Για αυτόν, ως μαρξιστή, το μέλλον της ανθρωπότητας εξαρτιόταν άμεσα από τη ταξική πάλη των καταπιεσμένων και των εκμεταλλευμένων.
Ο μαρξιστικός ανθρωπισμός δεν έγινε αντικείμενο κανενός ιδιαίτερου γραπτού του Μαντέλ: τον βρίσκουμε σε όλο το έργο του. Στις μερικές σημειώσεις που ακολουθούν, θα προσπαθήσουμε να συγκεντρώσουμε τις σκέψεις του πάνω σε αυτό το ζήτημα, και σε κάποιο βαθμό, να τις συστηματοποιήσουμε και να τις παρουσιάσουμε κριτικά, χωρίς να φιλοδοξούμε να εξαντλήσουμε το θέμα. Χρειάζεται να πούμε ότι πρόκειται για μια ερμηνεία τη σκέψης του, έντονα εμπνευσμένη από «ετερόδοξους» μαρξιστές σαν τον Λυσιέν Γκολντμάν και τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Θα επικεντρωθούμε ειδικότερα σε τρία κεντρικά ζητήματα, στενά συνδεδεμένα και διαλεκτικά αρθρωμένα μεταξύ τους: στην απανθρωπιά του καπιταλισμού, στο σοσιαλισμό ως πραγμάτωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων, και στο επιχείρημα υπέρ της ανθρωπολογικής αισιοδοξίας. (1)
Στο έργο του υπάρχουν κενά που εκπλήσσουν: βρίσκουμε ελάχιστα πράγματα σχετικά με τη συζήτηση για τον «θεωρητικό αντι-ανθρωπισμό» του Αλτουσέρ ή για τη συζήτηση γύρω από τη μαρξιστική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης. Όμως, αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τη διστακτικότητά του να εμπλακεί σε αποκλειστικά φιλοσοφικές διαμάχες. Πιο περίεργη είναι η ελάχιστη προσοχή που έδινε στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας: στο σταλινικό γκούλαγκ, στη Χιροσίμα, ή ακόμα και (μέχρι το 1990) στο Άουσβιτς. (2) Δεν είναι ότι αυτά τα ιστορικά γεγονότα απουσιάζουν από τα γραπτά του: τα αναφέρει συχνά (ειδικά στα δέκα τελευταία χρόνια) αλλά κάπως περιθωριακά, χωρίς να τους αποδίδει την πλήρη ιστορικό-παγκόσμια σημασία τους ως καταστροφές του νεωτερισμού.
Ο Μαντέλ παραήταν κληρονόμος του Aufklärung (και ήταν περήφανος για αυτό) και μαθητής του γαλλικού Διαφωτισμού και της αισιόδοξης φιλοσοφίας του της ιστορικής προόδου, για να αντιληφθεί αυτά τα γεγονότα ως πολιτιστικές ρήξεις, ως κεντρικά ορόσημα του εικοστού αιώνα, και ως επιχειρήματα υπέρ μιας γενικής κριτικής –με το πνεύμα της σχολής της Φρανκφούρτης- ολάκερου του σύγχρονου βιομηχανικού πολιτισμού. Δεν τα κατανόησε ούτε ως πρόκληση στην ιδέα της προόδου που είναι εγγενής σε μια κάποια «κλασική» ερμηνεία του μαρξισμού, ούτε ως σημαντική καμπή της ανθρώπινης ιστορίας που απαιτεί μια διαφορετική ερμηνεία του αιώνα μας. (3)
Η κριτική του καπιταλισμού ως απάνθρωπου συστήματος είναι για τον Μαντέλ –όπως και για τον ίδιο τον Μαρξ- ένα από τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της ανάγκης να παλέψουμε ενάντια σε αυτό τον τρόπο παραγωγής και για την επαναστατική κατάργησή του. Φυσικά, ο Μαντέλ, όπως και ο Μαρξ, λαβαίνει υπόψη του τον εκπολιτιστικό ρόλο του καπιταλισμού και τη συμβολή του στην ανθρώπινη πρόοδο μέσω της εκθετικής ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Όμως, επιμένει στο γεγονός ότι από τη καταγωγή του, «ο βιομηχανικός καπιταλισμός ανάπτυξε ένα συνδυασμό προόδου και πισωγυρίσματος, παραγωγικών δυνάμεων και οπισθοδρομικών τάσεων».(4) Η οπισθοδρομική και «απάνθρωπη» φύση του καπιταλισμού εκδηλώνεται στον ακρωτηριασμό της ανθρώπινης ζωής, της ανθρώπινης φύσης, καθώς και των δυνατοτήτων της ανθρωπότητας για ελευθερία, χαρά και αλληλεγγύη.
Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που παράγει και αναπαράγει την εκμετάλλευση, την καταπίεση, τη κοινωνική αδικία, την ανισότητα, τη φτώχεια, την πείνα, τη βία και την αλλοτρίωση. Η έννοια της αλλοτρίωσης, δηλαδή της υποδούλωσης των ανθρώπινων όντων από τα προϊόντα της δικιάς τους εργασίας, από τους «νόμους» της εμπορευματικής παραγωγής, από τη κοινωνική οργάνωση που έχει μετατραπεί σε εχθρική και ανεξάρτητη δύναμη, είναι μια βασική συνιστώσα της κριτικής του καπιταλισμού του Μαντέλ. Είναι εξαιτίας της αλλοτρίωσης που τα ανθρώπινα όντα, αφού ξέφυγαν –σε κάποιο βαθμό- από τη τυραννία του φυσικού πεπρωμένου, έγιναν θύματα ενός κοινωνικού πεπρωμένου που φαίνεται να καταδικάζει την ανθρωπότητα στις κρίσεις, στους πολέμους, στις δικτατορίες και, ίσως αύριο, στη πυρηνική καταστροφή. Η αλλοτριωμένη εργασία είναι μια αλλοτρίωση της ανθρώπινης φύσης, μια άρνηση του ανθρώπινου όντος ως όντος κοινωνικού και πολιτικού, επειδή υποτάσσει τις ανθρώπινες σχέσεις σε μια παράλογη συσσώρευση αγαθών. Μέσω μορφών όπως ο καταμερισμός εργασίας, ακρωτηριάζει τον άνθρωπο με τρόπο που είναι αντίθετος τόσο στην ίδια την ανθρώπινη φύση, όσο και στην αρμονική ανάπτυξη του ατόμου. (5) (Είναι εξάλλου σε αυτά τα λίγα αποσπάσματα που ο Ερνέστ Μαντέλ χρησιμοποιεί την έννοια της ανθρώπινης φύσης χωρίς πάντως να την ορίζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο).
Στο βιβλίο του «Η Διαμόρφωση της οικονομικής σκέψης του Μαρξ», ο Μαντέλ ασκεί πολεμική στους μαρξιστές που συχνά έχουν δεσμούς με τα κομμουνιστικά κόμματα όπως ο Wolfgang Jahn, ο Manfred Buhr, ο Auguste Cornu, ο Emile Bottigelli και φυσικά ο Louis Althusser –που απορρίπτουν τον όρο της αλλοτρίωσης ως «μη επιστημονικό», «προ-μαρξιστικό», και ανήκοντα στο ανθρωπιστικο- φοϊερμπαχικό πνευματικό κόσμο του «νεαρού Μαρξ». Απέναντι σε αυτή τη τοποθέτηση, ο Μαντέλ εξηγεί ότι η Entfremnung (Αλλοτρίωση) δεν εξαφανίζεται διόλου από τα πιο όψιμα οικονομικά γραπτά του Μαρξ: μια μελέτη της πνευματικής του εξέλιξης δείχνει το πέρασμα από μια ανθρωπολογική αντίληψη της αλλοτρίωσης, που χαρακτηρίζει τα Χειρόγραφα του 1844, σε μια ιστορική αντίληψη, στα Grundrisse ή ακόμα και στο Κεφάλαιο. (6)
Η καπιταλιστική αλλοτρίωση παράγει και αναπαράγει επίσης την οικουμενική διαφθορά καθώς και την εμπορευματοποίηση της κοινωνικής ζωής. Τα πάντα πρέπει να πουληθούν ή να αγοραστούν στην αγορά. Η ξέφρενη ιδιωτικοποίηση της κατανάλωσης και της ζωής καταστρέφει το ζωντανό ιστό των ανθρώπινων σχέσεων μειώνοντας όλο και περισσότερο τη προφορική επικοινωνία και τη κοινή δράση, στερώντας τα ανθρώπινα όντα από τις σχέσεις στοργής και συμπάθειας που πηγάζουν από τις συλλογικές ομάδες, και παράγοντας όλο και πιο πολλή μοναξιά και κυνισμό. Ο εγωιστικός ατομικισμός, ο ανταγωνισμός και το δέλεαρ του κέρδους κυριαρχούν στις κοινωνικές σχέσεις, οδηγούν σε ένα πόλεμο όλων εναντίον όλων που ξεριζώνει τα αισθήματα, τις αξίες και τις παρορμήσεις για δράση που είναι και οι πιο χαρακτηριστικές της ανθρωπότητας: η προστασία των αδύναμων, η αλληλεγγύη, η λαχτάρα για συνεργασία και αλληλοβοήθεια, η αγάπη για τον πλησίον. (7) (ο μαρξιστής άθεος Ερνέστ Μαντέλ δεν δίσταζε να προσφύγει σε αυτή τη «χριστιανική» εντολή στα γραπτά του.)
Το Homo homini lupus και το bella omnium contra omnes είναι η ουσιαστική έκφραση όχι της ανθρώπινης φύσης –όπως ισχυρίζονται ο Hobbes και τόσοι άλλοι αστοί ιδεολόγοι- αλλά του πνεύματος του καπιταλισμού. Η λογική του συστήματος οδηγεί σε μαζικές μορφές κοινωνικής βίας, όπως η κτηνώδης καταστροφή των προκαπιταλιστικών κοινωνιών σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας πρωταρχικής συσσώρευσης και αποικισμού που περιέγραψαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς : ήταν πολύ παθιασμένοι ανθρωπιστές για να μην… εξεγερθούν ενάντια σε αυτά τα αποτρόπαια εγκλήματα.»(8) «Με την έλευση του ιμπεριαλισμού, οι αποικιοκρατικές μορφές βίας μετατοπίστηκαν, σε επίπεδα ακόμα πιο καταστροφικά, προς πιο προχωρημένες μητροπόλεις, με τη μορφή παγκοσμίων πολέμων και, αργότερα, του φασισμού. Δεν υπήρξε ούτε ένας χρόνος χωρίς πόλεμο από το 1935. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος που κόστισε τη ζωή σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους αποτέλεσε μια καμπή της ιστορίας της ανθρωπότητας εξαιτίας του επιπέδου της κτηνωδίας και της βίας του. Ωστόσο, ξεπεράστηκε, και μάλιστα κατά πολύ, από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με τα 85 εκατομμύρια νεκρούς του και τα νέα πρωτόγνωρα επίπεδα της βαρβαρότητάς του : Άουσβιτς, Χιροσίμα. Ποιο θα είναι το τίμημα ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου;» (9)
Ο καπιταλισμός δεν έχει το μονοπώλιο της βαρβαρότητας: ο αντίπαλος και alter ego του, το σταλινικό γραφειοκρατικό σύστημα, είναι κι αυτό υπεύθυνο για τερατώδη εγκλήματα. Οι δίκες και οι «εκκαθαρίσεις» της δεκαετίας του 1930 αποτελούν για τον Μαντέλ, «μια ολάκερη αλυσίδα από τραγωδίες και εγκλήματα σε γιγάντια κλίμακα», με τη δολοφονία εκατομμυρίων θυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων κομμουνιστών στελεχών της Σοβιετικής Ένωσης. Ο κατάλογος των σταλινικών εγκλημάτων αρχίζει με την αναγκαστική κολλεκτιβοποίηση στην ΕΣΣΔ και τελειώνει με τη φρίκη του καθεστώτος του Πολ Ποτ στη Καμπότζη. (10)
Η πρόληψη νέων πολέμων και η αποτροπή νέων εκρήξεων βαρβαρότητας περιλαμβάνονται στους πιο επείγοντες λόγους που μας κάνουν να πολεμήσουμε το καπιταλιστικό σύστημα –και ταυτόχρονα τη γραφειοκρατική ομόλογό του. Το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», η φόρμουλα της Ρόζας Λούξεμπουργκ που εμφανίζεται συχνά στα γραπτά του Μαντέλ, τόνιζε έντονα το γεγονός ότι η έλευση ενός σοσιαλιστικού κόσμου δεν έχει τίποτα το αναπόφευκτο, αλλά αποτελεί μόνο μια από τις πολλές δυνατότητες της προσεχούς ιστορικής ανάπτυξης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο τίτλος που διάλεξε ο Μαντέλ για το Μανιφέστο της Τέταρτης Διεθνούς το 1992 ήταν «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα τις παραμονές του εικοστού πρώτου αιώνα».
Αυτός ο τρόπος να θέτει την εναλλακτική λύση δείχνει ότι ο Μαντέλ δεν έγραφε ως «χρησμός» -δηλαδή σαν κάποιος που καμώνεται ότι προβλέπει το αναπόφευκτο μέλλον- αλλά μάλλον ως «προφήτης», δηλαδή, με βιβλικούς όρους, σαν πρόσωπο που αναγγέλλει αυτό που θα συμβεί αν ο λαός ξεχάσει τις καλύτερες παραδόσεις του. Ο προφήτης δεν εκφράζει παρά μια πρόβλεψη υπό όρους: μιλάει για την επερχόμενη καταστροφή, αν δεν αναληφθεί δράση ενάντια στο κίνδυνο. Κατανοώντας την με αυτούς τους όρους, η προφητεία είναι μια βασική συνιστώσα κάθε επαναστατικού στρατηγικού λόγου –όπως στη περίφημη μπροσούρα του Λένιν το 1917, «Η επερχόμενη καταστροφή και τα μέσα για να την αποτρέψουμε.» (11)
Μετά το 1985, το «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» αντικαθίσταται όλο και περισσότερο στο λόγο του Μαντέλ από ένα νέο δίλημμα: το «σοσιαλισμός ή θάνατος». Ο καπιταλισμός οδηγεί σε αυτοκτονικές καταστροφές που απειλούν όχι μόνο τον πολιτισμό αλλά και την ίδια τη φυσική επιβίωση του ανθρώπινου είδους –αν δεν υπάρξει μια επαναστατική ενέργεια παγκόσμιων διαστάσεων ενάντια στο σύστημα. (12)
Μήπως είναι μια υπερβολικά καταστροφική αντίληψη του μέλλοντος; Ο Μαντέλ δεν φοβόταν να προσφύγει σε οράματα «αποκάλυψης» για να κάνει σαφέστερες τις προειδοποιήσεις του. Στο δοκίμιό του τού 1990 για το μέλλον του σοσιαλισμού, επικαλείται το φρένιασμα των, ήδη σε δράση, τεσσάρων ιπποτών της αποκαλύψεως : της απειλής πυρηνικού πολέμου, του κινδύνου μιας οικολογικής καταστροφής, της όλο και μεγαλύτερης φτώχειας του Τρίτου Κόσμου, και των απειλών ενάντια στη δημοκρατία στις μητροπόλεις. Ο Μαντέλ αγανακτούσε ειδικά για το θάνατο από ασιτία και θεραπεύσιμες ασθένειες 16 εκατομμυρίων παιδιών κάθε χρόνο στις χώρες του Τρίτου Κόσμου (σύμφωνα με πηγές της UNICEF): «Κάθε πέντε χρόνια, αυτή η σιωπηρή εκατόμβη προκαλεί τόσο θύματα όσα ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, συμπεριλαμβανομένου του Ολοκαυτώματος και της Χιροσίμα. Από το 1945, έχουμε το ισότιμο πολλών παγκοσμίων πολέμων ενάντια στα παιδιά: ιδού το τίμημα της επιβίωσης του διεθνούς καπιταλισμού.» (13)
Παρά την «ανθρωπολογική αισιοδοξία» του Μαντέλ (στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια), δεν βρίσκουμε στο λόγο του ούτε εύκολη πίστη στη νομοτελειακή «πρόοδο», ούτε τυφλή πίστη στο μέλλον. Αν ο μαρξισμός πρέπει να συνδυάσει, όπως το υπέδειξε κάποτε ο Γκράμσι (παραθέτοντας μια έκφραση του Ρομαίν Ρολάν), «την απαισιοδοξία της λογικής» με «την αισιοδοξία της θέλησης», τότε δεν λείπει η λογική απαισιοδοξία από τις «προφητικές» προειδοποιήσεις του Μαντέλ. Για παράδειγμα, σε ένα από τα τελευταία δημοσιευμένα βιβλία του, Power and Money (1992), τόνιζε: «Αν ο παραλογισμός συνεχίσει να κυριαρχεί» στο ζήτημα των πυρηνικών όπλων και της απειλής μιας περιβαλλοντικής καταστροφής, «η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη να εξαφανιστεί». Η επιβίωση του ανθρώπινου είδους εξαρτάται από την ικανότητά του να σταματήσει τη πορεία προς την αυτοκαταστροφή.» (14) Με άλλα λόγια, αν τα πράγματα συνεχίσουν «όπως συνηθίζεται», αν δεν υπάρξει καμιά επαναστατική ενέργεια, η «φυσιολογική» πορεία της ιστορίας, η αυθόρμητη τάση του καπιταλιστικού ψευτο-ορθολογισμού θα οδηγήσει στη καταστροφή. Αυτή η διανοητική του απαισιοδοξία είναι μια από τις πηγές του αισθήματος ηθικής και πολιτικής κατάστασης ανάγκης που βγαίνει μέσα από τα γραπτά του Ερνέστ Μαντέλ, και της υπεροχής της διάγνωσής του επί τόσων και τόσων άνοστων και ανούσιων προβλέψεων περί «κοινωνικής προόδου». Ο Μαντέλ δεν πίστευε στη γραμμική πρόοδο και επέμενε στην ανάγκη να εξηγούμε και να κάνουμε τον απολογισμό, με μαρξιστικούς όρους, της «αλληλοδιαδοχής περιόδων βαρβαρότητας και πολιτισμού σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας». (15)
Μόνον η προλεταριακή επανάσταση και η εγκαθίδρυση ενός νέου τρόπου παραγωγής, ενός νέου τρόπου ζωής, ενός νέου πολιτισμού βασισμένου στη συνεργασία και στην αλληλεγγύη –δηλαδή του σοσιαλισμού- μπορούν να προλάβουν την καταστροφή. Για τον Μαντέλ, η μοίρα της ανθρωπότητας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νίκη της διεθνούς εργατικής τάξης. Η χειραφέτηση της ανθρωπότητας στο σύνολό της εξαρτάται από τη χειραφέτηση του προλεταριάτου, αλλά οι δυο προϋποθέσεις δεν ταυτίζονται: «Η προλεταριακή χειραφέτηση είναι μια απόλυτη προϋπόθεση της γενικής ανθρώπινης χειραφέτησης (gesamtmenschliche), αλλά δεν είναι παρά μια προϋπόθεση και όχι ένα υποκατάστατο.» (16) Η οικουμενική χειραφέτηση απαιτεί όχι μόνο την απελευθέρωση της εργατικής τάξης αλλά και τη κατάργηση όλων των μορφών ανθρώπινης καταπίεσης και εκμετάλλευσης: εκείνες των γυναικών, των εξουσιαζόμενων φυλών και εθνών, των αποικιοκρατούμενων λαών. (17)
Πράγματι, για τον Μαντέλ, η προλεταριακή επαναστατική πάλη –που ορίζεται με κλασικούς μαρξιστικούς όρους (18)- είναι η νόμιμη κληρονόμος και η εκτελέστρια της διαθήκης των χειραφετητικών προσπαθειών που έκανε η εργαζόμενη ανθρωπότητα για χιλιάδες χρόνια, από το Σπάρτακο μέχρι τον Τόμας Μύντσερ (Thomas Müntzer) και τον Μπαμπέφ (Babeuf). Υπάρχει μια ιστορική συνέχεια στον αγώνα ενάντια στη κοινωνική αδικία, μια ισχυρή παράδοση ανθρώπινων αγώνων ενάντια στις απάνθρωπες συνθήκες και όλα αυτά τροφοδοτούν τη χειραφετητική προλεταριακή δράση. (19)
Η σύγχρονη επαναστατική υπόθεση θεμελιώνεται πάνω στα υλικά αντικειμενικά υλικά συμφέροντα μιας κοινωνικής τάξης –εκείνης των μισθωτών, με την ευρύτερη σημασία της λέξης- αλλά εμπνέεται επίσης, σύμφωνα με τον Μαντέλ, και από άλλες ηθικές αξίες, από τη κατηγορική προσταγή (με τη καντιανή σημασία του όρου, αλλά με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο) που διατύπωσε ο ίδιος ο Μαρξ: Να πολεμάμε ενάντια σε κάθε κοινωνική κατάσταση που κάνει τους ανθρώπους να πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης, να εξευτελίζονται, να καταπιέζονται, να αλλοτριώνονται. (20)
Να παλεύεις από τη μεριά των θυμάτων της αδικίας, ενάντια στην απανθρωπιά (Unmenschlichkeit), ενάντια στις απάνθρωπες κοινωνικές συνθήκες που μετατρέπουν τον κόσμο σε κόλαση, είναι ένα στοιχειώδες καθήκον θεμελιωμένο πάνω σε μια αξιωματική αρχή: η μόνη υπέρτατη αξία για τα ανθρώπινα όντα είναι τα ίδια τα ανθρώπινα όντα. Ο ιστορικός υλισμός και η υπεράσπιση του προλεταριάτου στη ταξική πάλη όχι μόνο δεν αντιτίθενται σε αυτή την ηθική υποχρέωση, αλλά και της προσφέρουν πρόσθετα επιχειρήματα. (21)
Αυτό το καθήκον να αγωνιζόμαστε ενάντια στην εκμετάλλευση, στη καταπίεση και στις απάνθρωπες περιστάσεις δεν βασίζεται σε καμιά βεβαιότητα ότι αυτή η μάχη θα τελειώσει με το θρίαμβο του σοσιαλισμού. Ακόμα και αν η επιστήμη αποδείκνυε ότι ένας τέτοιος αγώνας δεν έχει καμιά πιθανότητα να πετύχει στο άμεσο μέλλον, η κατηγορική προσταγή θα παρέμενε σε ισχύ: «Δεν είναι άραγε καλύτερο το ανθρώπινο όν, αν προσπαθούμε να αποσπάσουμε το μαστίγιο από τα χέρια του αφεντικού που χτυπά το σκλάβο του, αν προσπαθούμε να οργανώσουμε την εξέγερση ενάντια στη μαζική δολοφονία (όπως στο γκέτο της Βαρσοβίας); Η αντίσταση ενάντια στις απάνθρωπες συνθήκες είναι ένα δικαίωμα και μια υποχρέωση του ανθρώπινου όντος –ανεξάρτητα από κάθε επιστημονική γνώση ή πρόβλεψη» (22)
Ενώ ο επαναστατικός σοσιαλισμός εκπροσωπεί την ελπίδα να σταματήσει η καταστροφική πορεία της ανθρωπότητας προς την αυτοκαταστροφή, και να ανοίξει μια νέα εποχή, ωστόσο δεν αποτελεί για το μαρξισμό – αντίθετα από ό,τι ισχυρίζονται τόσοι και τόσοι επιφανειακοί κριτικοί- «το τέλος της ιστορίας», «τον επίγειο παράδεισο», την τέλεια ευτυχία και τη μόνιμη αρμονία: δεν είναι παρά το τέλος της «ανθρώπινης προϊστορίας, το τέλος των ανάξιων για ανθρώπινα όντα τραγωδιών, και η αρχή της πραγματικής ανθρώπινης ιστορίας, του αληθινού ανθρώπινου δράματος. Οι ταξικοί αγώνες θα εξαφανιστούν για να αντικατασταθούν από νέες συγκρούσεις, άξιες του ανθρώπινου είδους και όχι των ζώων και των αχρείων.» (23)
Ο σοσιαλισμός είναι επίσης το πρώτο βήμα προς το βασίλειο της ελευθερίας. Ο συνειδητός έλεγχος της παραγωγής από τα συνεταιρισμένα άτομα –ο δημοκρατικός σχεδιασμός- είναι η αρχή της επίτευξης της ελευθερίας από τη κοινότητα, καταργώντας τους εξωτερικούς αλλοτριωτικούς καταναγκασμούς που δημιουργούν οι οικονομικοί νόμοι της εμπορευματικής παραγωγής, οι δήθεν «σιδερένιοι νόμοι της οικονομίας.» (24)
Σε ένα από τα πιο εύστοχα αποσπάσματα της «Πραγματείας μαρξιστικής οικονομίας» του, ο Μαντέλ απορρίπτει κατηγορηματικά τη θετικιστική παραλλαγή του μαρξισμού, για την οποία οι νόμοι της οικονομίας είναι «αντικειμενικοί» και «αναγκαίοι», και η ελευθερία δεν συνίσταται παρά στη «συνείδηση της αναγκαιότητας»: Παίρνοντας θέση υπέρ «της αυθεντικής ανθρωπιστικής παράδοσης του Μαρξ και του Ένγκελς» -για την οποία «το βασίλειο της ελευθερίας αρχίζει πέρα από το βασίλειο της ανάγκης»- τονίζει ότι η ελευθερία δεν συνίσταται σε ένα καταναγκασμό «ελεύθερα αποδεκτό», αλλά στην ελεύθερη και αυτόνομη ανάπτυξη των ανθρώπινων όντων, σε μια διαρκή διαδικασία αλλαγής και εμπλουτισμού. Στο σοσιαλισμό, δεν υπάρχουν πια «σιδερένιοι νόμοι», και δεν υπάρχει πια χώρος για «πολιτική οικονομία» με τη στενή της έννοια, μια και η παραγωγή βασίζεται σε ελεύθερες και δημοκρατικές επιλογές των συνεταιρισμένων ατόμων, στη βάση των κοινωνικών αναγκών των κοινοτήτων τους (25)
Για τον επαναστάτη ανθρωπιστή Ερνέστ Μαντέλ, ο σοσιαλισμός δεν είναι ένας «παραγωγιστικός» στόχος. Υπογραμμίζει στα οικονομικά γραπτά του ότι, στο σοσιαλισμό, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων παύει να είναι ένας αυτοσκοπός για να γίνει ένα μέσο για ανθρώπινους στόχους: την ανάπτυξη της κοινωνικά πλούσιας προσωπικότητας. Τα αγαθά διανέμονται όλο και περισσότερο με μέσα διαφορετικά από τη νομισματική κυκλοφορία, σύμφωνα με τις ανάγκες. Αντί για τη συσσώρευση αντικειμένων, τη παραγωγή όλο και περισσότερων εμπορευμάτων, ο στόχος είναι η πολύπλευρη ανάπτυξη των ανθρώπινων όντων, η πραγμάτωση όλων των ανθρώπινων δυνατοτήτων τους. Κριτήρια του πλούτου θα γίνουν ο ελεύθερος χρόνος, ο χρόνος για τη δημιουργική έκφραση και τη κοινωνική ανταλλαγή, που θα επιτρέπουν σε κάθε άτομο τη δική ανάπτυξη ως πλήρης και αρμονική προσωπικότητα. (26)
Ο σύγχρονος homo faber δεν έχει το χρόνο και τη δυνατότητα ούτε να δημιουργήσει ελεύθερα, ούτε να παίξει, ούτε να ασκήσει τις ικανότητές του με τρόπο αυθόρμητο και όχι εγωιστικό –ενώ αυτές οι δραστηριότητες συνθέτουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της ανθρώπινης πράξης. Το σοσιαλιστικό ανθρώπινο ον θα ξαναγίνει, όπως στο προκαπιταλιστικό παρελθόν, ταυτόχρονα και faber και ludens –στη πραγματικότητα, όλο και πιο πολύ ludens χωρίς να πάψει να είναι faber: «Την υλική ανιδιοτέλεια επιστεγάζει ο δημιουργικός αυθορμητισμός που παντρεύει μέσα στην ίδια αιώνια νεότητα το παιχνίδι του παιδιού, τη φλόγα του καλλιτέχνη και το εύρηκα του επιστήμονα» (27)
Με άλλα λόγια, ο σοσιαλισμός δεν είναι ένα «Κράτος», ένα «σύστημα», αλλά μια ιστορική διαδικασία προοδευτικού εξανθρωπισμού των κοινωνικών σχέσεων, που οδηγεί στην έλευση ενός νέου συνόλου ανθρώπινων σχέσεων μεταξύ των ατόμων –αντί των πραγμοποιημένων σχέσεων μεταξύ πραγμάτων- και τελικά στο νέο ανθρώπινο ον: «Ο σοσιαλιστικός ανθρωπισμός που θέτει την ανθρώπινη αλληλεγγύη και την αγάπη στον πλησίον επικεφαλής όλων των κινήτρων ανθρώπινης δράσης» είναι μια αξιοσημείωτη συμβολή στη γέννηση του νέου ανθρώπινου όντος.» (28)
Μήπως όλα αυτά δεν είναι τίποτα άλλο από μια ακόμα ουτοπία; Παρά το θαυμασμό του για τον Ερνστ Μπλοχ, ο Μαντέλ δεν περιγράφει τις δικές του θέσεις για τη δυνατή σοσιαλιστική εναλλακτική ως «ουτοπικές» -ένα επίθετο που χρησιμοποιήθηκε πολύ συχνά για να αποκλειστούν ως «ανέφικτες», «απραγματοποίητες», «μη-ρεαλιστικές» ή «αδύνατες», οι προτάσεις για ριζική κοινωνική αλλαγή. Όμως, στο Power and Money, αναφέρεται στη περίφημη αποκατάσταση του ονείρου από τον Λένιν, προκειμένου να αμφισβητήσει τον περίφημο συμβατικό και περιοριστικό ορισμό του όρου της «ουτοπίας»:
«Ο Λένιν, όσο απίθανο και αν φαίνεται, τράβηξε τη προσοχή πάνω στο «δικαίωμα στο όνειρο», υπό τον όρο ότι το όνειρο αφορά αυτό που ακόμα δεν υπάρχει αλλά που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε ένα σύνολο περιστάσεων… Η ουτοπία με τη πιο πλατιά έννοια του όρου, ήταν μια από τις μεγάλες κινητήριες δυνάμεις της επίτευξης της ιστορικής προόδου. Στη περίπτωση της δουλείας, για παράδειγμα, η κατάργησή της δεν θα είχε πραγματοποιηθεί τη στιγμή και με τις συνθήκες που πραγματοποιήθηκε αν οι επαναστάτες και «ουτοπιστές» υπέρμαχοι της κατάργησής της είχαν αυτοπεριοριστεί να αγωνιστούν για καλύτερες συνθήκες για τους δούλους στο εσωτερικό του «ιδιαίτερου θεσμού». (29)
Στα μάτια του Μαντέλ, το επαναστατικό όνειρο, ο φανταστικός ορίζοντας του μέλλοντος, η ελπίδα για ριζική αλλαγή είναι οι βασικές συνιστώσες της ανθρώπινης ζωής: Όπως και ο Ερνστ Μπλοχ –ένας από σύγχρονους μαρξιστές συγγραφείς που προτιμούσε- έτσι κι αυτός επιμένει ότι το ανθρώπινο ον είναι ένα homo sperans, που το κινεί η «Αρχή της Ελπίδας». (30) Φυσικά, στον Μαντέλ, αυτή η ουτοπική διάσταση δεν είναι αντίθετη στην επιστημονική διάσταση: είναι και οι δυο τους συνιστώσες απαραίτητες στο σοσιαλιστικό κίνημα για την επαναστατική χειραφέτηση.
Η επιστήμη μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη της ταξικής πάλης, αλλά όχι και τη τελική της έκβαση: «ο σοσιαλισμός ή ο θάνατος». Στη στράτευση υπέρ της σοσιαλιστικής προλεταριακής υπόθεσης υπάρχει αναγκαστικά ένα στοιχείο πίστης, δηλαδή (για να χρησιμοποιήσουμε τον ορισμό του Λυσιέν Γκολντμάν) μια πίστη σε αξίες που ξεπερνούν το άτομο και η πραγμάτωση των οποίων δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο μιας τεκμηριωμένης ή επιστημονικής απόδειξης. (31) Σε ένα από τα πρώτα και κάπως μεγάλα δοκίμιά του, στο άρθρο «Τρότσκι, ο άνθρωπος και το έργο του» (1947), ο νεαρός Ερνέστ Μαντέλ έγραφε ήδη:¨
«Στη καρδιά κάθε αυθεντικού μαρξιστή υπάρχει μια πίστη στον άνθρωπο, χωρίς την οποία κάθε επαναστατική δραστηριότητα είναι κενή περιεχομένου. Σε όλη τη διάρκεια των τελευταίων είκοσι χρόνων της ζωής του, χρόνων μαχών οπισθοφυλακής, πάλης ενάντια στην ατιμία, στη συκοφαντία και στον αυξανόμενο ξεπεσμό της ανθρωπότητας, αυτός (ο Τρότσκι) διατήρησε ακλόνητη αυτή τη πίστη, χωρίς να πέσει στη παγίδα των ψευδαισθήσεων… Όμως, η πίστη του στον άνθρωπο δεν έχει τίποτα το μυστικιστικό ή το παράλογο. Δεν είναι παρά η ανώτατη μορφή της συνείδησης» (32)
Αυτή η πίστη στον «άνθρωπο» -στα ανθρώπινα όντα- είναι άρρηκτα δεμένη, στον επαναστατικό μαρξισμό, με τη πίστη στο χειραφετητικό δυναμικό της εκμεταλλευμένης τάξης. Σε ένα άρθρο που έφερε τον απίστευτο τίτλο «Η νίκη το Λέοντα Τρότσκι», δημοσιευμένο το 1952, στη χειρότερη στιγμή του Ψυχρού Πολέμου- ο Μαντέλ τόνιζε:
«Ο τροτσκισμός είναι πριν απ’όλα η πίστη, η ακλόνητη πίστη στην ικανότητα του προλεταριάτου όλων των χωρών να πάρει τις τύχες του στα δικά του χέρια. Αυτό που ξεχωρίζει περισσότερο το τροτσκισμό από όλα τα άλλα ρεύματα του εργατικού κινήματος είναι αυτή η πεποίθηση… Η πεποίθηση του Τρότσκι δεν ήταν μια παράλογη ή μυστικιστική πίστη. Βασιζόταν στη βαθιά κατανόηση της δομής της βιομηχανικής κοινωνίας μας.» (33)
Ο Λυσιέν Γκολντμάν ανακάλυψε μια κοινή μήτρα στο στοίχημα του Πασκάλ για την ύπαρξη του Θεού και στο σοσιαλιστικό στοίχημα για την ολοκλήρωση της αυθεντικής ανθρώπινης κοινότητας: και τα δυο συνεπάγονται τη πίστη, το κίνδυνο της αποτυχίας και την ελπίδα της επιτυχίας. (34) Σε μια προφανή αναφορά στη θέση του Γκολντμάν (που γνώριζε καλά), ο Ερνέστ Μαντέλ τόνισε στο δοκίμιό του για τους λόγους της ίδρυσης της Τέταρτης Διεθνούς (1988), ότι επειδή η σοσιαλιστική επανάσταση ήταν η μόνη δυνατότητα επιβίωσης της ανθρώπινης φυλής, ήταν λογικό να στοιχηματίσεις πάνω της παλεύοντας για τη νίκη της:¨
«Ποτέ άλλοτε όσο σήμερα δεν ισχύει το ισότιμο του «στοιχήματος του Πασκάλ» σε σχέση με την επαναστατική στράτευση. Αν δεν στρατευθούμε, τα πάντα θα έχουν χαθεί προκαταβολικά. Πώς θα μπορούσαμε να μην κάνουμε αυτή την επιλογή ακόμα κι αν οι πιθανότητες επιτυχίας δεν είναι παρά ένα στα εκατό; Στη πραγματικότητα, οι πιθανότητες είναι αρκετά περισσότερες από αυτό.» (35)
Στη καρδιά της επαναστατικής πίστης του Ερνέστ Μαντέλ υπάρχει ένα είδος ανθρωπολογικής αισιοδοξίας, δηλαδή μια αισιοδοξία βασισμένη στη πίστη «ότι σε τελευταία ανάλυση, η λαχτάρα για χειραφέτηση (Emanzipationsstreben) έχει μια ανθρωπολογική βάση.» Η εξέγερση είναι σύμφυτη στο ανθρώπινο ον, ενόσω η ανθρωπότητα θα συνεχίσει να υπάρχει, οι καταπιεσμένοι και οι υποταγμένοι θα εξεγείρονται ενάντια στις αλυσίδες τους και το επαναστατικό είδος δεν θα εξαφανιστεί ποτέ. (36)
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μαρξιστές έχουν μια αφελή και μονόπλευρη θεώρηση της έμφυτης «καλοσύνης» της ανθρώπινης φύσης: συμφωνούν με τη σύγχρονη ψυχολογία (Φρόιντ) για να αναγνωρίσουν ότι οι άνθρωποι είναι όντα αντιφατικά και διφορούμενα. Ο χαρακτήρας τους αναμειγνύει ατομικισμό και κοινωνικοποίηση, εγωισμό και αλληλεγγύη, το πνεύμα καταστροφής και τη δημιουργικότητα, Thanatos και Eros, τον παραλογισμό και τον ορθό λόγο. Ωστόσο, όπως το απέδειξε η σύγχρονη ανθρωπολογία, οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει η δυνατότητα για μια κοινωνία οργανωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοεί τις δυνατότητες που έχουν οι άνθρωποι να αναπτύξουν τη δημιουργικότητα και την αλληλεγγύη. (37)
Υπάρχουν και ιστορικοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της αισιοδοξίας: η μελέτη των πρωτόγονων κοινωνιών δείχνει ότι η φιλαργυρία δεν είναι συνιστώσα της «ανθρώπινης φύσης» αλλά προϊόν κοινωνικών περιστάσεων. Η τάση για πρωταρχική συσσώρευση όχι μόνο δεν είναι «σύμφυτη» στον ανθρώπινο χαρακτήρα, αλλά και ήταν ανύπαρκτη για χιλιάδες χρόνια: η συνεργασία και η αλληλεγγύη διακατείχε τη δραστηριότητα των πρωτόγονων κοινοτήτων των φυλών και των χωριών. Δεν υπάρχει κάποιος a priori λόγος που τις εμποδίζει να ξαναγίνουν οικουμενικές ανθρώπινες αρετές σε μια μελλοντική παγκόσμια σοσιαλιστική κοινότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο σοσιαλισμός ήταν για αιώνες το όνειρο μιας επιστροφής στη χαμένη «χρυσή εποχή». (38)
Επισημαίνουμε παρενθετικά ότι αυτό το επιχείρημα είναι μια από τις σπάνιες «ρομαντικές» στιγμές στον επαναστατικό ανθρωπισμό του Μαντέλ, δηλαδή μια θετική αναφορά στις κοινωνικές και ανθρώπινες αρετές των αρχαϊκών προκαπιταλιστικών κοινωνιών, κατεστραμμένων από το καπιταλιστικό πολιτισμό και αποκατεστημένων με νέα μορφή, στο σύγχρονο σοσιαλισμό. (39)
Στηριγμένος σε αυτή την ανθρωπιστική-επαναστατική «ανθρωπολογική αισιοδοξία», ο Μαντέλ απορρίπτει κάθε μορφή «ανθρωπολογικής απαισιοδοξίας»: το δόγμα της βασικά «κακής» φύσης του ανθρώπινου όντος είναι καθαρή δεισιδαιμονία. Καλύφτηκε από ένα ψευτο-επιστημονικό βερνίκι από τη σχολή του Konrad Lorenz της λεγόμενης οικουμενικής επιθετικότητας των ανθρώπινων όντων –αντιδραστική απάτη που διαψεύστηκε από τη πολύ πιο βαθιά ψυχαναλυτική θεωρία του Φρόϊντ, που αποδεικνύει ότι τόσο ο Eros όσο και ο Thanatos είναι βασικές συνιστώσες της ανθρώπινης ψυχής (psyche). (40) Συνοψίζοντας το ζήτημα στο Power and Money, ο Μαντέλ τονίζει στον επίλογο του βιβλίου:
«Οι σοσιαλιστές πιστεύουν ότι η Αποκάλυψη μπορεί ακόμα να αποφευχθεί αν αυξήσουμε το βαθμό ορθολογισμού της συλλογικής μας συμπεριφοράς, αν προσπαθήσουμε να πάρουμε στα χέρια μας το μέλλον. Ιδού η ελευθερία και η αυτοδιάθεση για τις οποίες αγωνιζόμαστε. Να πιστεύεις ότι η ανθρωπότητα είναι ανίκανη να το κάνει δεν είναι απόδειξη «ρεαλισμού». Είναι ότι αποδέχεσαι πως οι άνδρες και οι γυναίκες είναι από γεννησιμιού τους ανίκανοι να αυτοπροστατευθούν. Μα, πρόκειται εδώ για μια καθαρή δεισιδαιμονία, για μια νέα εκδοχή του μύθου του Προπατορικού αμαρτήματος.»(41)
Αυτή η βασισμένη στην ανθρωπολογία αισιοδοξία της θέλησης είναι ένα αποφασιστικό στοιχείο του χαρακτήρα του Ερνέστ Μαντέλ ως μαρξιστή στοχαστή και αγωνιστή: φωτίζει όλη τη ζωή του, τις πράξεις και τα πολιτικά γραπτά του. Χωρίς αυτή, είναι σχεδόν αδύνατο να κατανοήσουμε επεισόδια της ζωής του τόσο απίστευτα όσο οι δυο αποδράσεις του από γερμανικά στρατόπεδα φυλακισμένων στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου. (42) Ήταν σίγουρα μια σημαντική συνιστώσα της προσωπικής του δύναμης και συνοχής, της πειστικής γοητείας που ασκούσε ως δημόσιος αγορητής, του ενθουσιασμού και της ελπίδας που μπορούσε τόσο συχνά να προκαλεί στους ακροατές και στους αναγνώστες του.
Όμως, όταν αυτός ο τρόπος να βλέπεις τα πράγματα έπαυε να είναι μια «αισιοδοξία της θέλησης» (με τη γκραμσιανή σημασία, δηλαδή συνδυασμένη με μια «απαισιοδοξία της λογικής») για να γίνει ένα είδος αβάσιμης «αισιοδοξίας της λογικής», ή απλούστατα μια υπερβολική αισιοδοξία, τότε γινόταν πηγή μεγάλης αδυναμίας. Ενέπνευσε μερικές από τις υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις/χρησμούς του, που επαναλήφθηκαν τόσο συχνά και άλλο τόσο διαψεύστηκαν, για «την ορμητική άνοδο των μαζών» και «την επικείμενη επαναστατική προώθηση» στην ΕΣΣΔ, στην Ισπανία, στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό το φαινόμενο που επαναλήφθηκε συχνά, άρχισε πολύ νωρίς, όπως το δείχνει το εξής παράδειγμα : σε ένα άρθρο του 1946, ο «E. Germain» (Μαντέλ) επέμενε ότι οι εξεγέρσεις των ετών 1944-1945 δεν ήταν παρά «η πρώτη φάση της ευρωπαϊκής επανάστασης», που θα ακολουθηθεί σύντομα από μια δεύτερη. Έγραφε ότι δεν θα υπάρξει «σχετική σταθεροποίηση»: η παρούσα κατάσταση δεν είναι παρά «η ηρεμία πριν από τη καταιγίδα», «μια μεταβατική φάση προς τη γενική επαναστατική άνοδο». Απορρίπτοντας προκαταβολικά κάθε απάντηση, ο «Germain» κατέληγε: «δεν είναι η αισιοδοξία, είναι ο επαναστατικός ρεαλισμός» που του εμπνέει αυτή την ανάλυση. (43) Δεν χρειάζεται να σχολιάσουμε.
Οι υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις του Μαντέλ είχαν μικρή διάρκεια. Όμως, το επαναστατικό ανθρωπιστικό του μήνυμα παραμένει πιο εύστοχο από ποτέ:
«Οι μαρξιστές δεν πολεμάνε την εκμετάλλευση, τη καταπίεση, τη μαζική βία ενάντια στα ανθρώπινα όντα και την αδικία σε μεγάλη κλίμακα μόνο και μόνο επειδή αυτή η πάλη υπόσχεται την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων ή κάποια στενοκέφαλη ιστορική πρόοδο … Ακόμα λιγότερο πολεμάνε αυτά τα φαινόμενα μόνο και μόνο στο μέτρο που έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι η πάλη θα ολοκληρωθεί με τη νίκη του σοσιαλισμού. Πολεμάνε την εκμετάλλευση, τη καταπίεση, την αδικία και την αλλοτρίωση επειδή είναι απάνθρωπες και άθλιες. Και αυτό είναι μια επαρκής βάση και αιτία» (44)
Η ανυποχώρητη πολιτική και ηθική στράτευση του Ερνέστ Μαντέλ υπέρ της χειραφέτησης της ανθρωπότητας, το παθιασμένο του όνειρο για οικουμενική ανθρώπινη αλληλεγγύη θα μας συντροφέψουν για πάρα πολλά χρόνια, και θα εμπνεύσουν τη πάλη των μελλοντικών γενιών.
Σημειώσεις
- Υιοθετούμε μια θεματική και όχι χρονολογική σειρά, επειδή υπάρχει μια εντυπωσιακή συνέχεια στο μαρξιστικό/ανθρωπιστικό στοχασμό του. Ωστόσο, για πολλά σημαντικά ζητήματα –τη σοσιαλιστική δημοκρατία, την αυτό-χειραφέτηση και αυτό-οργάνωση, τα νέα κοινωνικά κινήματα, τη μαρξιστική διαλεκτική- σημειώθηκε αξιοσημείωτος εμπλουτισμός τους ανάμεσα στη δεκαετία του 1940 και σε εκείνες του 1970 και 1980.
- Στις 210 σελίδες του εξαιρετικά ενδιαφέροντος βιβλίου του Μαντέλ για τη «Σημασία του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου» (The meaning of the Second World War, London: Verso, 1986), δεν υπάρχουν παρά τέσσερις σελίδες για το Ολοκαύτωμα και μια για τη Χιροσίμα. Πρέπει να προσθέσουμε ότι η πρώτη έλλειψη διορθώθηκε με το μικρό αλλά σημαντικό δοκίμιό του «Οι υλικές, κοινωνικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις της ναζιστικής γενοκτονίας» (1990) που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά σε αυτό το τόμο.
- Η μαρξιστική κουλτούρα του Ερνέστ Μαντέλ ήταν εντυπωσιακή, αλλά προφανώς δεν ήταν εξοικειωμένος με τα γραπτά του Μπένγιαμιν, του Αντόρνο, του Χορκχάϊμερ ή του Μαρκούζε.
- 4.“ The Future of Communism ”, International Viewpoint 179, 26 février 1990, p. 15.
- Traité d’Economie Marxiste, Paris, 10/18, 1977, vol. 4, pp.187-196 ; Socialisme ou Barbarie au seuil du XXIème siècle. Manifeste de la Quatrième Internationale, Supplément à Inprecor n° 371, juillet 1993, p. 7 (αυτό το ντοκουμέντο γράφτηκε από τον Ερνέστ Μαντέλ).
- La Formation de la pensée économique de Karl Marx, de 1843 jusqu’à la rédaction du "Capital", Paris, Maspero, 1967, ch.10.
- Traité d’Economie Marxiste, vol. 1, p. 222 ; Socialisme ou Barbarie, p. 9.
- La Place du Marxisme dans l’ Histoire, Cahiers d’étude et de recherches, , IIRE , Amsterdam 1986, p. 27.
- " Situation et Avenir du Socialisme", Le socialisme du futur, vol. 1, n° 1, 1990, p.88. Αυτό το άρθρο είναι ένα από τα πιο δυνατά πολιτικά δοκίμια του Μαντέλ.
- Zur Geschichte der KPdSU, ISP Verlag, Frankfurt 1976, p. 170 ; "Situation et avenir du socialisme", p.81. Μπορούμε πάντως να πούμε ότι ο Μαντέλ δεν έδωσε αρκετή προσοχή στη σπουδαιότητα και στη σημασία που έχουν, ως «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», το σοβιετικό σύστημα στρατοπέδων (το Γκούλαγκ) και η καμποτζιανή γενοκτονία. Τα αναφέρει σαν παραδείγματα σταλινικών εγκλημάτων (μεταξύ άλλων), αλλά δεν ορίζει μια καθαρή ιεράρχηση που θα υπογράμμιζε τη βαρύτητά τους και την ιστορικο-παγκόσμια σημασία τους. Αυτή η έλλειψη πιθανόν να συνδέεται με τη πεποίθησή του ότι η ΕΣΣΔ και τα άλλα λεγόμενα «Εργατικά Κράτη» ήταν, παρόλα αυτά, κοινωνικοί σχηματισμοί πιο «προχωρημένοι», στη κλίμακα της ανθρώπινης προόδου, από τις καπιταλιστικές κοινωνίες.
- Αναφέρομαι εδώ στη πολύ χρήσιμη διάκριση που καθιέρωσε ο Ντανιέλ Μπενσαίντ μεταξύ του «χρησμού» και του «προφήτη» στο πρόσφατο βιβλίο του “Marx l’intempestif”, Fayard, Paris,1995, pp. 71-72.
- Αυτή η νέα διατύπωση εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1985 σε ένα άρθρο για την «Επικαιρότητα του σοσιαλισμού» που ο Μαντέλ είχε γράψει για τη συλλογή δοκιμίων της Διάσκεψης του Cavtat στη Γιουγκοσλαβία, «Ο σοσιαλισμός στο κατώφλι του εικοστού πρώτου αιώνα», Milos Nicolic, ed., Verso, London, 1985: «…οι σημερινές τάσεις μπορούν να οδηγήσουν στη καταστροφή της ανθρώπινης ζωής πάνω στη γη… η εναλλακτική λύση δεν είναι πια «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Είναι «σοσιαλισμός ή θάνατος» (σελ. 147).
- «Situation et avenir du socialisme», p. 89 et Socialisme ou Barbarie, p.4. Επίσης, «Και όμως, οι πόροι για να θρέψουμε, να περιθάλψουμε, να στεγάσουμε και να μορφώσουμε αυτά τα παιδιά υπάρχουν και με το παραπάνω σε παγκόσμια κλίμακα. Υπό τον όρο να μην τους σπαταλήσουμε σε δαπάνες για εξοπλισμούς… Υπό τον όρο να τους διανείμουμε προς όφελος των πιο φτωχών. Υπό τον όρο να μην αναθέσουμε πια τη διανομή τους στο πνεύμα κέρδους των χημικών, φαρμακευτικών, αγροδιατροφικών τραστ, στη δίψα για πλουτισμό των κατασκευαστών όπλων» (το ίδιο, σελ. 4).
- Power and Money : A Marxist Theory of Bureaucracy (Le pouvoir et l’argent : une théorie marxiste de la bureaucratie), Verso, Londres 1992, pp. 243-246.
- “ Solzhenitsyn, Stalinism and the October revolution ”, New Left Review 86, juillet-août 1974, p. 56.
- Karl Marx : Die Aktualität seines Werkes, ISP Verlag, Frankfurt 1984, p. 77. Αυτό το απόσπασμα όπως και τα περισσότερα που ακολουθούν, είναι από το δοκίμιο “ Emanzipation, Wissenschaft und Politik bei Karl Marx, ” που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1983.
- Το ίδιο, σελ. 105.
- Ο Μαντέλ βγάζει μερικές φορές συμπεράσματα για το επαναστατικό δυναμικό της εργατικής τάξης, με «οικονομίστικο» τρόπο, στη βάση της «ικανότητάς της να παραλύσει τη καπιταλιστική οικονομία στο σύνολό της» (βλέπε, π.χ. «Situation et avenir du Socialisme», σελ. 94)
- Karl Marx: Die Aktualitaet…, p. 78 και La Place du Marxisme, p. 19. Είναι αυτό που ο Βάλτερ Μπένγιαμιν αποκαλούσε «η παράδοση των καταπιεσμένων», σε αντίθεση με την ιστορία που γράφουν οι νικητές.
- Αυτή η αναφορά εμφανίζεται συχνά στα γραπτά του Μαντέλ, με μικρές παραλλαγές. Η ακριβής διατύπωση του Μαρξ είναι: “ alle Verhältnisse umzuwerfen, in denen der Mensch ein ernierdrigtes, ein geknechtes, ein verlassenes, ein verächtliches Wesen ist ” (Zur Kritik der Hegelschen Rechtsphilosophie, Einleitung, in Marx-Engels Werke, vol. 1, p. 385) – «να ανατρέψουμε όλες τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες ο άνθρωπος είναι ένα ον ταπεινωμένο, υποδουλωμένο, εγκαταλειμμένο, καταφρονεμένο» (Καρλ Μαρξ, Κριτική της φιλοσοφίας του δικαίου του Χέγκελ», Φιλοσοφικά Έργα, Παρίσι, Costes, σελ. 97). Βλέπε Μαντέλ, Karl Marx: Die Die Aktualität, p. 75.
- Ibid., p. 76.
- “ Die zukünftige Funktion des Marxismus ”, in H. Spatzenegger, ed., Das verspielte “ Kapital ” ? Die marxistische Ideologie nach dem Scheitern des Realen Sozialismus, Verlag Anton Pustet, Salzburg 1991, p. 173. javascript:barre_raccourci(’’,’’,document.formulaire.texte)
- Traité d’Economie Marxiste, vol. 4 pp. 185-186. ; "Situation et Avenir du Socialisme", p. 80.
- Ο Μαντέλ καταπιάνεται επί μακρόν με την αντίθεση μεταξύ οικονομικής αλλοτρίωσης και σοσιαλιστικής ελευθερίας (ο δημοκρατικός σχεδιασμός) στην ομιλία του το 1977 στη Korcula (γιουγκοσλάβικη πόλη όπου διεξήχθησαν οι περίφημες διεθνείς σοσιαλιστικές συναντήσεις στη δεκαετία του 1960). Βλέπε Aliénation et planification, La Brèche, Document 1, Lausanne 1969, pp. 5-6.
- Traité d’Economie Marxiste, vol. 4, pp. 185-186, 256. Το επιχείρημα για το ξεπέρασμα της πολιτικής οικονομίας στο σοσιαλισμό εμφανίζεται για πρώτη φορά στη Ρόζα Λούξεμπουργκ στο «Εισαγωγή στη πολιτική οικονομία», όπως το υπογραμμίζει ο Μαντέλ στο πρόλογό του στη γαλλική έκδοση του βιβλίου (Anthropos, Paris, 1970).
- Traité d’Economie Marxiste, vol. 4, p. 187 ; Karl Marx : Die Aktualität..., pp. 172-173.
- Traité d’Economie Marxiste, , vol. 4, p. 195. Ο Μαντέλ δεν διστάζει να εγκωμιάσει τον περίφημο ρομαντικό Ολλανδό ιστορικό (μη μαρξιστή) Huizinga που, στο βιβλίο του Homo Ludens, ισχυρίζεται ότι το ανθρώπινο παιχνιδιάρικο ον είναι ο πραγματικός δημιουργός του πολιτισμού. Το ίδιο, σελ. 194.
- Ibid. vol. 4, p. 192 et Aliénation et planification, p.
- Power and Money, p. 233.
- Βλέπε το εγκώμιο του στον Ερνστ Μπλοχ “ Antizipation und Hoffnung as Kategorien des historichen Materialismus ”, in Karola Bloch, Adelbert Reif, eds., Denken heisst überschreiten : In memoriam Ernst Bloch 1885-1977, Eurpäische Verlaganstalt, Köln 1978, p. 224. Βρίσκουμε στα γραπτά του Μαντέλ συχνές αναφορές στον Μπλοχ.
- Lucien Goldmann, Le Dieu caché, Gallimard, Paris 1955, pp. 99-100.
- “Trotsky, the Man and his Work ”, Fourth International, vol. 8, n° 7, juillet-août 1947, p.205.
- “ E. Germain ” (Ernest Mandel), “ 20 août 1940-20 août 1952 : la victoire de Léon Trotsky ”, Quatrième Internationale, vol. 10, n° 5-10, octobre 1952, pp. 18-19 (souligné par nous, ML).
- Goldmann, pp. 334-336.
- “ Les raisons de la fondation de la Quatrième Internationale et pourquoi elles restent valables aujourd’hui ”, International Marxist Review, vol. 3, n° 2, automne 1988, p. 154.
- Karl Marx : Die Aktualität..., pp. 80, 12.
- “ Die zukünftige Funktion... ”, p. 174.
- “ The Actuality of Socialism ” p. 153 et La Place du Marxisme, p. 5.
- Μια άλλη ρομαντική στιγμή-ο Μαντέλ, πιστός κληρονόμος του κλασικού πνεύματος του Διαφωτισμού δεν θα μπορούσε να δεχτεί αυτή την ετικέτα- των γραπτών του εντοπίζεται στη προαναφερθείσα αναφορά στην ενότητα μεταξύ homo faber και homo ludens στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες. Για τη σχέση ρομαντισμού και μαρξισμού, βλέπε Michael Löwy et Robert Sayre, Révolte et mélancolie : le romantisme à contre-courant de l’histoire, Payot, Paris 1992.
- Mandel, “The Case for Revolution Today ”, Socialist Register 1989, p.204.
- Power and Money, p. 246.
- Βλέπε τη συζήτησή του με τον Τάρικ Άλι , «The Luck of a Crazy Youth” στο New Left Review 213, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 1995.
- “ Die zukünftige Funktion... ”, p. 173.
Μετάφραση: Γιώργος Μητραλιάς