Featured

Η Γερμανία της φτώχειας

Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ

Ζητιάνος στη Γερμανία του 2009Χώρα πρότυπο για πολλούς η Γερμανία δεν χάνει ευκαιρία για ευκαιρία να κουνά το δάκτυλο στους «απείθαρχους» νότιους, που εξακολουθούν να μην καταλαβαίνουν πώς θα ζήσουν με μαζική ανεργία και αμοιβές…Βουλγαρίας.
H…Βουλγαρία είναι ωστόσο ήδη εδώ για εκατομμύρια Γερμανούς, καθώς από το 2003 η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και η αποψίλωση του κράτους πρόνοιας έχει δημιουργήσει τους εργαζόμενους των 400 ευρώ, επίπεδο στο οποίο φαίνεται πως η γερμανική πολιτική και οικονομική ελίτ θέλει να επεκτείνει σε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια αρχής γενομένης από την «βαλκανική» Ελλάδα.

Το κακό μάλιστα δεν ξεκίνησε επί συντηρητικής Μέρκελ και Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, αλλά επί «σοσιαλδημοκράτη» Σρέντερ, με τη ψήφιση του περιβόητου νόμου Χαρτς IV.

Όπως διαβάζουμε σε δημοσίευμα του «Σπίγκελ»(30/04/2012), «υπάρχουν σήμερα ένα περίπου εκατομμύριο εργαζόμενοι σε προσωρινές θέσεις εργασίας στην Γερμανία, οι οποίοι συχνά κάνουν την ίδια δουλειά όπως οι πλήρως απασχολούμενοι συνάδελφοί τους με πολύ χαμηλότερη αμοιβή. Σε πολλές περιπτώσεις, δεν γνωρίζουν που ακριβώς θα δουλέψουν μέσα στην εβδομάδα ή αν θα κρατήσουν τη δουλειά τους…».


Προσωρινή Απασχόληση και Σρέντερ


Ο αριθμός των προσωρινά απασχολούμενων αυξήθηκε από σχεδόν 300.000 το 2003 σε πάνω από 900.000. Το 2005, τελευταία χρονιά που ο σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ ήταν καγκελάριος, επαίρονταν στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός: «Χτίσαμε έναν από τους καλύτερους χαμηλά αμειβόμενους τομείς στην Ευρώπη»(!). Ο αριθμός αυτός αν και εκπροσωπεί λιγότερο από το 3% των θέσεων εργασίας που απαιτούν την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, αυξάνεται ραγδαία. Οι προσωρινά απασχολούμενοι, οι αποκαλούμενοι «temps», προσλαμβάνονται και απολύονται ευκολότερα και έχουν βέβαια και χαμηλότερους μισθούς. Κατά μέσο όρο ένας εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης στο δυτικό κομμάτι της Γερμανίας βγάζει καθαρά 2.800 ευρώ το μήνα, σε σχέση με λιγότερο από 1.500 ευρώ που βγάζει ένας «temp», σύμφωνα με την Ομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων(DGB). Περισσότερες από 7.000 επιχειρήσεις στην Γερμανία χρησιμοποιούν πλέον εργαζόμενους «temps».

Εκτός από τις προσωρινές θέσεις εργασίας, γνωστές ως «temps», υπάρχουν και οι «mini-jobs», θέσεις εργασίας έως 400 ευρώ το μήνα. Πρόκειται επίσης για «θεσμό» που άρχισε να εφαρμόζεται επί Σρέντερ το 2003 ο οποίος απαλλάσσει τον εργαζόμενο από τη φορολόγηση και την κοινωνική ασφάλιση, ενώ για τους εργοδότες η κοινωνική εισφορά είναι κατά πολύ χαμηλότερη από αυτήν της αντίστοιχης κανονικής πλήρους απασχόλησης εργασίας.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του γερμανικού υπουργείου Εργασίας, το 2010 υπήρχαν 7,3 εκατομμύρια εργαζόμενοι των 400 ευρώ, δηλαδή ένα στους πέντε εργαζόμενους, αριθμός που ήταν αυξημένος κατά 1,6 εκατομμύριο σε σχέση με το 2003. Για την πλειονότητα των εργαζομένων αυτών, 5 εκατομμύρια, η θέση εργασίας των 400 ευρώ είναι η μοναδική τους απασχόληση.

"Mini jobs" και φτώχεια

Από τα 41 εκατομμύρια που απασχολούνταν το 2011, μόνο τα 29 εκατομμύρια είχαν κανονική θέση εργασίας. Οι υπόλοιποι ήταν ή αυτοαπασχολούμενοι ή εργάζονταν σε «mini-jobs». Οι πραγματικοί μισθοί έχουν παγώσει από την δεκαετία του ’90 και έχουν μάλιστα μειωθεί κατά 2,9% μεταξύ 2004 και 2011. Την εποχή δηλαδή που ανθούσε ο ευρωπαϊκός νότος με δανεικά κυρίως των γερμανικών τραπεζών. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ η χαμηλά αμειβόμενη εργασία ανέρχεται στο 20% των θέσεων πλήρους απασχόλησης στην Γερμανία, σε σχέση με 8% στην Ιταλία και 13,5% στην Ελλάδα(τα στοιχεία αφορούν το 2010)

Το χαμηλό κόστος εργασίας συνέβαλε στο να αποφύγει η Γερμανία μία αύξηση της ανεργίας από το 7% την περίοδο της πρώτης κρίσης(2008), μειώνοντας τις ώρες εργασίας, εφαρμόζοντας παράλληλα αναπτυξιακό πακέτο ύψους 60 δισ. ευρώ για το 2009-2010, μέσω του οποίου επιδοτούνταν οι μεγάλες βιομηχανίες για να μη μειώσουν δραστικά τους μισθούς των εργαζόμενων λιγότερες ώρες, επιτυγχάνοντας με τον τρόπο αυτό την «κοινωνική ειρήνη».

Εικόνα από την Γερμανία του 2009, πολύ πριν την κρίσηΣύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, το ποσοστό της φτώχειας στην Γερμανία έχει φθάσει στο ρεκόρ των 12,6 εκατομμυρίων, 15,6% του πληθυσμού της χώρας. Το όριο φτώχειας για το 2010, ορίζονταν στα 826 ευρώ το μήνα για κάποιον που ζει μόνος του και 1.735 ευρώ για μία οικογένεια τεσσάρων μελών. Το γερμανικό ινστιτούτο DIW αναφέρει ότι η παιδική φτώχεια στην Γερμανία ανέρχεται στο 16,4% και είναι υψηλότερη από το μέσο κάθε άλλης ηλικιακής ομάδας που είναι 14,5%. Το ποσοστό φτώχειας μεταξύ των συνταξιούχων ανέρχεται σε 14%. Περισσότεροι από 761.000 Γερμανοί συνταξιούχοι είναι αναγκασμένοι να εργαστούν για να συμπληρώσουν τη σύνταξή τους. Από αυτούς 118.000 είναι άνω των 75 ετών.

Την ίδια στιγμή το μερίδιο των 5.000 υψηλότερων σε εισόδημα γερμανικών νοικοκυριών έχει αυξηθεί κατά 50% από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Η εταιρία συμβούλων Towers Watson, ανέφερε σε πρόσφατη έκθεσή της ότι 24 επιχειρήσεις που ανήκουν στον βασικό χρηματιστηριακό δείκτη του χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης DAX-30, πλήρωσαν κατά μέσο όρο στους διευθύνοντες συμβούλους 6,6 εκατομμύρια ευρώ το 2011, έναντι 2,6 εκατομμυρίων ευρώ το 2003. Το μερίδιο στο εθνικό εισόδημα των μισθών ανέρχονταν σε 44% την δεκαετία του ’80 στη δυτική Γερμανία. Δέκα χρόνια μετά, το ποσοστό ήταν 38% και σήμερα ανέρχεται σε 35%.

«Ευημερία για όλους» διακήρυσσε ως βασική προτεραιότητα ο πρώτος υπουργός Οικονομικών της μεταπολεμικής Γερμανίας Ludwig Erhard. Σήμερα η ευημερία αφορά όλο και λιγότερους. Εντός και εκτός Γερμανίας.


*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Ελλάδα αύριο"(13/10/2012)