Featured

Μία Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου επί του Ιταλικού Χρέους 

του Guido Viale*

2011-12-12_Viale_GuidoΕφόσον   το ανθρώπινο γένος  επιβιώσει, από την κλιματική κρίση και ο  πολιτισμός , από την οικονομική καταστροφή , τα τελευταία τριάντα χρόνια θα φαίνονται ,στους ιστορικούς του μέλλοντος ,ως αυτά που πραγματικά ήταν: μια περίοδος συσκότισης, δικτατορίας της άγνοιας ,  ηγεμονίας  της ενιαίας φιλελεύθερης σκέψης ,που συνοψίζεται  στη σύνθεση  των ‘’αποφθεγμάτων’’ των δύο  κυριότερων  εκφραστών  της: «Η κοινωνία  δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο άτομα », δηλαδή τα υποκείμενα  των ανταλλαγών, δηλαδή η αγορά (Margaret Thatcher), και" Η κυβέρνηση δεν είναι η λύση αλλά το πρόβλημα », δηλαδή, πρέπει να κυβερνά  η  αγορά ! (Ronald Reagan). Ο φιλελευθερισμός  έχει πράγματι απαλλάξει    από το βάρος της σκέψης και της δράσης το σύνολο    των μελών του, είτε το συνειδητοποιούν  είτε όχι  . Για την οικονομική και την κοινωνική διακυβέρνηση καθώς και κάποιες  διορθωτικές αλλαγές προνοεί πλέον η αγορά.

Πράγματι, «οι αγορές». Αυτή η τελευταία σημασιολογική στροφή, από τον ενικό στον  πληθυντικό, δεν αντανακλά  την προσοχή στις  διακρίσεις  ανάμεσα σε  διάφορους τομείς ή γεωγραφικές θέσεις (όπως ,  μεταξύ της αγοράς αυτοκινήτων και εκείνης των σιτηρών, ή μεταξύ της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και της αγοράς φρούτων και λαχανικών  της  διπλανής γωνίας), αλλά πρόκειται μάλλον για μια ασυνείδητη αντίληψη του γεγονότος ότι, για τη  ρύθμιση ή την απορύθμιση της ζωή μας, υπάρχουν μερικά (όχι πολλά) πολύ συγκεκριμένα υποκείμενα , ορισμένα με ονοματεπώνυμο , άλλα με  εμπορικές ονομασίες  τραπεζών, ιδρυμάτων και ασφαλιστικών  εταιρειών,  αλλά όλα  απρόσιτα  και ιδιότροπα, όπως οι θεοί του Ολύμπου (Mark Bersani) ,στα οποία παραχωρήθηκαν   τα κλειδιά της οικονομικής ζωής, και όχι μόνο , του  πλανήτη Γη. Αυτή η ανάθεση στις  "αγορές " σημαίνει την εγκατάλειψη της ιδέας, κάθε ιδέας,  για  διακυβέρνηση  και, κατά μείζονα λόγο, για  αυτοδιακυβέρνηση : Με μια λέξη ,ο θάνατος της πολιτικής. Σ΄αυτό οφείλεται η  κρίση της Αριστεράς του εικοστού αιώνα, ευρωπαϊκή και παγκόσμια, αλλά και της Δεξιάς  , η ‘’πραγματική’’ , όπως θα την αποκαλούσαν οι αριστεροί.

Αλλά μετά από τη μακρά νύχτα που ακολούθησε την παρακμή των κινημάτων της δεκαετίας του εξήντα και του εβδομήντα, το χάος που δημιούργησε  αυτή η αντιπροσώπευση  άνοιξε  τα μάτια  πολλών ανθρώπων : οι αγανακτισμένοι, η εξέγερση της αραβικής νεολαίας ,  τα πολλαπλά κινήματα  καταλήψεων. Δεν έχει σημασία που δεν έχουν ακόμη «ένα πραγματικό πρόγραμμα» (όπως τους μέμφονται  πολλοί υπερόπτες πολιτικοί ): ξέρουν τι θέλουν. Ενώ οι υπερόπτες πολιτικοί δεν ξέρουν : Θέλουν μόνο αυτό που  "οι αγορές" τους παροτρύνουν να θέλουν. Είναι ο κόσμος, είναι  η ζωή μας που πρέπει να μελετηθεί ξανά από την αρχή. Με τα χρόνια, ο φιλελευθερισμός – η νικηφόρα απάντηση  απέναντι στους αγώνες, τα κινήματα και τα επιτεύγματα  τεσσάρων δεκαετιών - έχει δημιουργήσει μια τεράστια μεταφορά πλούτου από την εργασία στο κεφάλαιο: κατά μέσο όρο, εκτιμάται στο 10%  του ΑΕΠ (το οποίο, για ένα κατώτατο βασικό μισθό μπορεί να σημαίνει μείωση κατά το ήμισυ, όπως στις ΗΠΑ, όπου η αγοραστική δύναμη μιας οικογένειας με δύο μισθούς  σήμερα είναι ισοδύναμη με εκείνη του ενός και μοναδικού  οικογενειακού εισοδήματος  της δεκαετίας του ‘60).

Η μεταφορά αυτή διευκολύνθηκε από την τεχνολογία της πληροφορικής ,από την  επισφαλή εργασία   και την   μετεγκατάσταση που οι τεχνολογίες έκαναν εφικτή , αλλά ήταν κυρίως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής απελευθέρωσης  και της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων. Όλο αυτό το χρήμα που πέρασε από την εργασία στο κεφάλαιο δεν έχει  επενδυθεί στην πραγματικότητα, παρά σε μικρό μέρος, σε παραγωγικές δραστηριότητες. Πήγε για να ταΐσει  τις χρηματοπιστωτικές αγορές, εκεί όπου πολλαπλασιάζεται   και βρίσκει , με την κατάργηση κάθε κανόνα, τον τρόπο   να αναπαράγεται  με παρθενογένεση. Εκτιμάται ότι οι χρηματοπιστωτικές αξίες  που είναι σε κυκλοφορία είναι δέκα με είκοσι φορές υψηλότερες  από το παγκόσμιο ΑΕΠ (δηλαδή, από όλα τα αγαθά που παράγονται στον κόσμο σε ένα χρόνο,  και εκτιμάται ότι αξίζουν  περίπου 75 000 δις δολάρια).

 

Αλλά δεν είναι βέβαια  κάποιες κεντρικές τράπεζες που δημιούργησαν και  έθεσαν σε κυκλοφορία αυτό το βουνό  χρήματος, και λιγότερο από όλες  η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία εκ του νόμου δεν μπορεί να το κάνει (αν και στην πραγματικότητα λιγάκι το έκανε και συνεχίζει να το κάνει, όπως λέμε , «στα κρυφά»). Εάν η ΕΚΤ είναι πλέον ανίσχυρη  απέναντι στην  κερδοσκοπία  επί των  κρατικών ομολόγων  (του λεγόμενου δημόσιου χρέους) οφείλεται στο γεγονός ότι το καθεστώς που απαγορεύει «τη δημιουργία χρήματος", εγκρίθηκε για να λειτουργήσει ,σε όλη την ήπειρο, ως φραγμός σε μισθολογικές διεκδικήσεις και  δαπάνες του κράτους πρόνοιας. Μια επιλογή τόσο συνειδητή όσο και  κοντόφθαλμη, που πολλοί ίσως σήμερα, εν όψει της επικείμενης καταστροφής, μετανιώνουν   που την έχουν κάνει .  Αυτό το βουνό των χρημάτων          δημιουργήθηκε από  την αυτοαναπαραγωγή του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου δηλαδή  από τις  "αγορές". Και συνέβη, επειδή όλες οι κυβερνήσεις το επέτρεψαν. Φυσικά,  πρόκειται κατά μεγάλο μέρος για  "εικονικό χρήμα": αν έπεφτε όλο μαζί  από τον ουρανό στη γη, δεν θα έβρισκε  τόσο μεγάλη ποσότητα  αγαθών για να  αγοράσει.

 

Αυτό δεν εμποδίζει  μερικές φορές - ακόμη και συχνά  - ένα μέρος από αυτό το εικονικό χρήμα  να εγκαταλείπει την ουράνια σφαίρα  για να πραγματωθεί  στην  αγορά μιας εταιρείας, μιας τράπεζας, ενός ξενοδοχείου, ενός νησιού, ή μιας βίλας , αγροκτημάτων , κοσμημάτων, αυτοκινήτων και διακοπών πολυτελείας.  Τότε δεν πρόκειται πια για εικονικό χρήμα , αλλά για πραγματική εξουσία επί της ζωής , την εργασίας  και της ασφάλειας  χιλιάδων   ανθρώπων:  Ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.

 

Είναι ένας πολύπλοκος μηχανισμός, αλλά είναι εύκολο να τον κατανοήσουμε  : σε τελική ανάλυση , αυτό το  «φανταστικό» χρήμα  - που δεν είναι φανταστικό - δημιουργείται  με  το χρέος και  πολλαπλασιάζεται  με την πληρωμή  του χρέους με ένα άλλο χρέος: σε αυτό το φαύλο κύκλο(με τα διαβόητα στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου , αλλά και με πιστωτικές κάρτες, πωλήσεις  με δόσεις , «φοιτητικά δάνεια») έχουν εμπλακεί οικογένειες, εταιρείες, τράπεζες, ασφαλιστικές ταμεία, Κράτη.  Και, μόλις τεθούν σε κίνηση αυτά τα χρέη πηδούν  από το ένα στο άλλο :από τις υποθήκες στις  τράπεζες, στα χρηματοπιστωτικά δίκτυα και ξανά πίσω  στις τράπεζες, και στη συνέχεια, στις  κυβερνήσεις που σπεύδουν σε βοήθεια των τραπεζών, και οι τράπεζες πίσω στην βοήθεια των Κρατών. Και αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο ,ίσως, με  γενική πτώχευση.

 

Από τεχνική άποψη, η ιδέα της πληρωμής του χρέους με περισσότερο χρέος ονομάζεται "σύστημα Ponzi», από  το όνομα του χρηματιστή  που το έθεσε  σε εφαρμογή τη δεκαετία του '30 του περασμένου αιώνα (σήμερα αυτή την ιδέα έχει  αναβιώσει ο νεοϋορκέζος  χρηματιστής  Bernard Madoff, και πιθανώς πολλοί άλλοι), αλλά είναι μια πρακτική τόσο παλιά όσο και ο κόσμος, και στην Ιταλία έχει  κι έναν προστάτη άγιο:  ονομάζεται"  αλυσίδα του Αγίου Αντωνίου ". (διαδικασία πολλαπλασιασμού επιστολών για λόγους προπαγάνδας ενός σχεδίου). Στην πραγματικότητα,  όλη η χρηματοπιστωτική  φούσκα δεν στηρίζεται  παρά σε ένα τεράστιο σύστημα Ponzi. Και τα χρέη των κρατών επίσης. Το πραγματικό όμως πρόβλημα είναι πως θα  ξεφουσκώσει  με δραστικό τρόπο αυτή τη φούσκα , προτού να εκραγεί στα χέρια των μαθητευόμενων μάγων των  κυβερνήσεων  που έχουν επιτρέψει τη δημιουργία της. Άμεσα , θα μπορούσαν  να αμβλυνθούν  οι  εντάσεις, με  μεγαλύτερη δέσμευση του Ταμείου Διάσωσης , ή του ΔΝΤ, ή με ευρωομόλογα, ή  με τη συμμετοχή της ΕΚΤ στην αγορά  μέρους του ευρωπαϊκού δημόσιου χρέους . Αλλά μακροπρόθεσμα,  ολόκληρη η φούσκα με κάποιο τρόπο θα  ξεφουσκώσει.

 

Πάρτε την Ιταλία: φέτος , έχουμε καταβάλει 70 δις  ευρώ, σε τόκους επί του δημοσίου χρέους (το οποίο είναι περίπου 1900 δις ευρώ). Το επόμενο έτος θα είναι περισσότερο, γιατί τα επιτόκια  αυξάνουν ανάλογα με το ύψος των σπρεντ. Τα προηγούμενα χρόνια ήταν μερικές φορές λιγότερο, αλλά μερικές φορές, κατ 'αναλογία, ακόμα περισσότερο. Σχεδόν ποτέ δεν έχουν καταβληθεί  από τα ετήσια φορολογικά έσοδα(το λεγόμενο πρωτογενές πλεόνασμα), και σχεδόν πάντα υπάρχει  αύξηση του χρέους. Φτάνει να λογαριάσουμε τους τόκους των τελευταίων τριάντα ετών - από τότε που άρχισε να τρέχει - και θα έχουμε ένα καλό μισό, και ακόμη περισσότερο, του  χρέους που αλυσοδένει την οικονομία  και εμποδίζει όλους μας να αποφασίσουμε  πώς και από ποιούς θα κυβερνηθούμε. Γιατί τώρα είναι η ΕΚΤ που  το  αποφασίζει. Αλλά η πραγματική πηγή  του ιταλικού χρέους είναι ακόμη πιο απλή: η φοροδιαφυγή. Κάθε χρόνο ανέρχεται σε 120 δις ευρώ ή σε παρόμοια  ποσά: έτσι, χωρίς καν να λογαριάσουμε  το κόστος της «πολιτικής» ,της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, χρειάζονται δεκαπέντε χρόνια  φοροδιαφυγής - και υπάρχουν - για να εξηγήσουμε  το 1900 δις ευρώ του  ιταλικού χρέους. Προσθέστε ότι εκείνοι που δεν κατέβαλαν τους φόρους  είναι σε μεγάλο βαθμό - όχι όλοι – οι ίδιοι  που έχουν ωφεληθεί  από τους τόκους του χρέους και ο κύκλος κλείνει. Οι δημόσιες δαπάνες για την αντιμετώπιση του ελλείμματος  είναι χρήσιμες όταν θέτουν σε  κίνηση "τους αδρανείς πόρους ": τους άνεργους  και τις κλειστές επιχειρήσεις. Αλλά αν τροφοδοτούν μόνο την φοροδιαφυγή  και "αποταμιεύουν "  ,διογκώνουν την χρηματοπιστωτική φούσκα  και αυτό είναι  καταστροφή.

Χρειάζονται διαφορετικά  μέτρα,  από την περικοπή των συντάξεων  (αν και πρέπει να διορθωθούν πολλές αδικίες στον τομέα αυτό) ,  των προϋπολογισμών για τα σχολεία και τα πανεπιστήμια,   την υγεία, και την κοινωνική ασφάλιση που κρίνονται  πολύ «γενναιόδωροι»! Για να καταστραφούν τα σχολεία και τα   πανεπιστήμια φτάνει να κοπούν    μερικά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Και από μια "μεταρρύθμιση" ακόμη και πολύ αυστηρή , των συντάξεων  δεν θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν  παρά μόνο  μερικά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Από το ξεπούλημα της περιουσίας του κράτους και των δημόσιων υπηρεσιών  δεν θα έχουμε πολύ περισσότερα. Από την ρευστοποίηση  της Eni, της Enel, των Σιδηροδρόμων, της Finmeccanica, και της Fincantieri και πολλών άλλων , όπως πρότειναν  τον περασμένο Ιούλιο οι οικονομολόγοι του Πανεπιστημίου Μποκόνι  Perotti  και Zingales ( ο τελευταίος είναι σύμβουλος του Matteo Renzi, αλλά και της Sarah Palin!) , δεν θα αποκομίζαμε   περισσότερα από μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια,  και αυτά  άπαξ ,που θα περνούσαν σε άγνωστα χέρια (θα μπορούσε κάλλιστα να είναι  της μαφίας), οι  μοχλοί  της οικονομίας μιας ολόκληρης χώρας. Μολονότι  οι τόκοι  και η φοροδιαφυγή ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια κάθε χρόνο , το χρέος που πρέπει  να αποπληρωθεί  υπολογίζεται σε χιλιάδες δισεκατομμύρια . Γι αυτό η  λιτότητα που υποσχέθηκε η κυβέρνηση μπορεί να κάνει κακό σε πολλούς που δεν το αξίζουν, αλλά δεν φαίνεται ότι θα έχει μεγάλες προοπτικές επιτυχίας: η αντιμετώπιση του ελλείμματος του προϋπολογισμού με αυτά τα όπλα, ή ακόμα και του χρέους, είναι μια επιχείρηση καταδικασμένη σε αποτυχία. Ή μια απάτη. Για το λόγο αυτό είναι επιτακτική ανάγκη η δημιουργία Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου (απογραφή) επί του ιταλικού χρέους, έτσι ώστε ο καθένας να  μπορεί  καταλάβει πώς σχηματίστηκε , ποιοί  ωφελήθηκαν και ποιός το κατέχει (ακόμη και με  το ενδεχόμενο να προτείνει διαφορετικές λύσεις  για τις διάφορες  κατηγορίες πιστωτών).


Η άλλη αυταπάτη που δεσπόζει στο  δημόσιο παραλήρημα  και προωθείται από τους οικονομολόγους του κυρίαρχου ρεύματος  - με πρώτους   αυτούς στο Πανεπιστήμιο  Bocconi - είναι η «ανάπτυξη». Για να βοηθήσει στην εξισορρόπηση του προϋπολογισμού που επιβάλλει η ΕΚΤ και σύντομα στη ‘’συνταγματοποίηση’’ , που σημαίνει την πληρωμή των τόκων του χρέους μόνο με την καταβολή φόρου  , και ακόμη μια σταδιακή μείωση, δηλαδή αναδιάρθρωση του χρέους ,θα έπρεπε να έχει τεθεί σε κίνηση    η «ανάπτυξη» του ΑΕΠ με τα  φιλελεύθερα μέτρα που οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν ή δεν ήθελαν  να υιοθετήσουν: απελευθέρωση,  ιδιωτικοποιήσεις, μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας ( σχέδιο του   Marchionne), περιορισμό   περιττών διοικητικών υπηρεσιών  (είναι ευπρόσδεκτος , αλλά θα μιλήσουμε άλλη φορά γι 'αυτό) και τα «μεγάλα έργα» ( κατά κύριο λόγο η TAV). Αλλά για να επιτευχθούν  αυτοί οι στόχοι για  την  αύξηση του ΑΕΠ  θα χρειαζόταν "κινέζικοι" ρυθμοί ανάπτυξης σε μια περίοδο κατά την οποία η Ιταλία είναι επισήμως σε ύφεση, το σύνολο της Ευρώπης βρίσκεται στην ίδια διαδικασία,  το ευρώ ταλαντεύεται , οι ΗΠΑ  βρίσκονται σε στασιμότητα   και η οικονομία των αναδυόμενων χωρών καταρρέει.

 

Ολόκληρος ο κόσμος  βρίσκεται στο έλεος της χρηματοπιστωτικής κρίσης που προστίθεται στην περιβαλλοντική – και για την οποία  κανείς δεν θέλει πια να μιλάει - και  της   αναταραχής   στις αγορές  των πρώτων υλών (πηγές  τροφίμων κατά κύριο λόγο) πάνω στις οποίες  πέφτουν τα κερδοσκοπικά κεφάλαια που αποσύρονται από τα κρατικά ομόλογα (και όχι μόνο  τα ιταλικά ). Και, είναι λίγοι οι οικονομολόγοι που πιστεύουν ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει κάποια  ανάπτυξη . Πολλοί περιμένουν το αντίθετο, αλλά κανείς δεν τολμάει να το πει.

 

Αυτή η φάρσα πρέπει να σταματήσει. Ήρθε η ώρα να σκεφτούμε - και να σχεδιάσουμε  σοβαρά - ένα κόσμο ικανό να ανταποκριθεί στις ανάγκες όλων και να επιτρέψει σε όλους μια αξιοπρεπή ζωή, ακόμη και χωρίς  «ανάπτυξη». Αρκεί να αξιοποιήσουμε  το ανθρώπινο δυναμικό , την κληρονομιά της  γνώσης, τις πηγές  ενέργειας και τους  ανανεώσιμους υλικούς πόρους , τις επιχειρήσεις και τους υπάρχοντες εξοπλισμούς, ανανεώνοντας και τροποποιώντας τους , μόνο για να πετύχουμε  περισσότερα με λιγότερα. Δεν υπάρχει τίποτα το ουτοπικό σε όλα αυτά, φτάνει - αλλά δεν είναι λίγο  - η δέσμευση της καλής διάθεσης  και της καλής θέλησης όλων των ανδρών και των γυναικών.

 

* Ο  Γκουίντο Βιάλε είναι οικονομολόγος και συγγραφέας.Γεννήθηκε στο Τόκυο το 1943.Ζει στο Μιλάνο.Ήταν από τους ηγέτες  των φοιτητικών διαδηλώσεων στο '68 και αργότερα αρχηγός της Lotta Continua.Εργάζεται ως υπάλληλος , στο Μιλάνο, σε  μία εταιρεία Οικονομικών  και Κοινωνικών  Ερευνών , και ασχολείται με τις σύγχρονες πολιτικές απασχόλησης στον τομέα του περιβάλλοντος. Είναι μέλος της Επιστημονικής και Τεχνικής Επιτροπής της Εθνικής Υπηρεσίας για την Προστασία του Περιβάλλοντος (πρώην ANPA , πλέον ISPRA). Εδώ και χρόνια παρεμβαίνει, ως εμπειρογνώμονας,  στις μεγάλες εθνικές εφημερίδες , γράφοντας  για το περιβάλλον, την οικονομία και το μοντέλο ανάπτυξης. Συνεργάζεται με τις εφημερίδες La Repubblica και Il  Manifestó.

(Μετάφραση από τα ιταλικά: Άννα Κόκκαλη)