Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011
SOS φασισμός
Το πρόσφατο μακελειό στην πόλη Τουσόν της Αριζόνας, με τη δολοφονία έξι ατόμων και τους 20 σοβαρά τραυματίες, μεταξύ των οποίων η γερουσιαστής των Δημοκρατικών Γκαμπριέλ Γκίφορντς, δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό βίας. Ηταν άμεσο αποτέλεσμα της αυξανόμενης ακροδεξιάς ρητορικής στις ΗΠΑ.
Η αποτρόπαια αυτή πράξη δεν εκδηλώθηκε άλλωστε τυχαία στην πολιτεία της Αριζόνας. Μια πολιτεία που χαρακτηρίζεται από αντιμεταναστευτική υστερία, με αυτόκλητους προστάτες της τάξης να περιπολούν τα μεξικανικά σύνορα. Πέρυσι ψηφίστηκε νόμος με τον οποίο δίνεται το δικαίωμα στην αστυνομία να σταματά, να ερευνά και να συλλαμβάνει κάθε «ύποπτο» που δεν μπορεί να αποδείξει τη νομιμότητά του.
Στην Ευρώπη, σε μία σειρά χωρών, η ρατσιστική φασιστική άκρα δεξιά δεν είναι πλέον «περιθώριο», όπως μερικές δεκαετίες πριν, με την άνοδο του Λεπέν στη Γαλλία ή του Χάιντερ στην Αυστρία, αλλά ανερχόμενη πολιτική δύναμη που επιβάλλει την πολιτική της ατζέντα. Δηλώσεις σαν αυτές, μερικούς μήνες πριν, της Μέρκελ, «η πολυπολιτισμική προσέγγιση, με απλά λόγια το να ζούμε ο ένας δίπλα στον άλλο (...) απέτυχε», ή η πρόσφατη αντιισλαμική και αντισημιτική ρητορική του Σοσιαλδημοκράτη πρώην μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Μπούντεσμπανκ Τίλο Σαραζίν, το επιβεβαιώνουν.
Η εμπειρία του Μεσοπολέμου μάς υπενθυμίζει μάλιστα το πόσο εύκολα ο φασισμός-ναζισμός έγιναν, σε εποχή πρωτοφανούς παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, από περιθωριακά φαινόμενα, εξουσία που στηριζόταν στη λατρεία των μαζών, όπως εύστοχα κατά τη γνώμη μου αναλύει ο Βίλχελμ Ράιχ στο «ξεχασμένο» βιβλίο του «Η Μαζική Ψυχολογία του Φασισμού». Μας υπενθυμίζει ακόμη το πώς καθημερινοί απλοί άνθρωποι μπορούν με απαράμιλλο γραφειοκρατικό ζήλο να διεκπεραιώσουν ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της σύγχρονης ανθρωπότητας, όπως το Ολοκαύτωμα, θέμα που επίσης εύστοχα αναλύει στο βιβλίο της «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ» η Γερμανοεβραία φιλόσοφος Χάνα Αρεντ.
Η κλασική επίσης ρήση του Γερμανού αντιναζιστή πάστορα Μάρτιν Νιμέλερ, «Ηλθαν πρώτα για τους κομμουνιστές, δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής, Υστερα ήλθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν μίλησα γιατί δεν ήμουν Εβραίος (...). Στο τέλος ήλθαν να πάρουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς για να μιλήσει», μας προειδοποιεί ότι το αρχικό μίσος για τον «άλλο» στρέφεται τελικά εναντίον όλων όσοι εφησυχάζουν απέναντι στα ανησυχητικά αυξανόμενα φαινόμενα κοινωνικού αυτοματισμού και ρατσισμού.
Για να εδραιωθεί όμως ο φασισμός-ναζισμός χρειάστηκε ακόμη μία σημαντική παράμετρος. Η χρηματοδότησή του από τραπεζίτες και βιομηχάνους, η συμμαχία δηλαδή με το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο. Σήμερα ο κίνδυνος «εκφασισμού» των συνειδήσεων είναι κάτι περισσότερο από ορατός, όπως έδειξε η πρόσφατη υστερία των ΜΜΕ με την κατάληψη της Νομικής από 250 μετανάστες. Αντί να ασχοληθούν με την ουσία του προβλήματος, το γεγονός της στυγνής εκμετάλλευσης 250 συνανθρώπων μας, αντί να αναρωτηθούν για το ποιος ευθύνεται που εκατομμύρια απελπισμένοι συνωθούνται στην πόρτα της Ευρώπης, ανήγαγαν τους εκπροσώπους του ΛΑΟΣ σε «ειδικούς» για θέματα μετανάστευσης και έσπευσαν να επικρίνουν την πρωτοβουλία κάποιων ομάδων της Αριστεράς, λες και Αριστερά δεν σημαίνει πρωτίστως να υπερασπίζεται της γης τους κολασμένους.
Λίγες ημέρες άλλωστε μετά τη σχετική υστερία, το Συμβούλιο της Επικρατείας, έκρινε αντισυνταγματικό το δικαίωμα συμμετοχής των μεταναστών στις πρόσφατες εκλογές, επικαλούμενο μάλιστα το κριτήριο του «δικαίου του αίματος» (!). Τυχαίο; Δεν νομίζω.