Featured

article_image

Ο λαθεμένος υπολογισμός της Χεζμπολάχ

του Gilbert Achcar

Την περασμένη εβδομάδα αναρωτηθήκαμε «αν η ξαφνική κλιμάκωση αυτού που έχουμε ονομάσει “ισραηλινή στρατηγική εκφοβισμού” αποτελεί προοίμιο μιας επίθεσης μεγάλων διαστάσεων εναντίον του Λιβάνου που θα περιλαμβάνει αδιάκριτους συνεχείς βομβαρδισμούς όλων των περιοχών όπου υπάρχει η Χεζμπολάχ, συμπεριλαμβανομένων των πυκνοκατοικημένων νότιων προαστίων της Βηρυτού». Αυτό μας οδήγησε σε ένα άλλο ερώτημα: θα ασκήσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάιντεν «αρκετή πίεση στον Νετανιάχου για να αποτρέψει έναν πόλεμο [...] ή θα υποστηρίξει για άλλη μια φορά την εγκληματική επιχείρηση του φίλου του, εκφράζοντας μάλιστα την λύπη και την πικρία του για να αποφύγει τις ευθύνες με τον υποκριτικό τρόπο που το κάνουν συνήθως ο ίδιος και ο υπουργός Εξωτερικών του Μπλίνκεν» («Στρατηγικές σκέψεις για την κλιμάκωση του ισραηλινού εκφοβισμού στο Λίβανο», 24/9/2024).

Η απάντηση σε αυτά τα δύο αλληλένδετα ερωτήματα δεν άργησε να έρθει: το Υπουργείο Επιθετικότητας του Ισραήλ (που ψευδώς αποκαλείται Υπουργείο «Άμυνας») ανακοίνωσε την περασμένη Τετάρτη ότι ο Γενικός Διευθυντής του έλαβε ένα νέο πακέτο βοήθειας ύψους 8,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά την επίσκεψή του στη στρατιωτική διοίκηση των ΗΠΑ στο Πεντάγωνο. Το υπουργείο σχολίασε ότι αυτό επιβεβαιώνει «την ισχυρή και διαρκή στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών και τη σταθερή δέσμευση για την ασφάλεια του Ισραήλ». Δύο ημέρες αργότερα, το βράδυ της Παρασκευής, η συνεχιζόμενη επίθεση των σιωνιστικών ενόπλων δυνάμεων κατά της Χεζμπολάχ κορυφώθηκε με τη δολοφονία του γενικού γραμματέα του κόμματος, Χασάν Νασράλα, και αρκετών ηγετών του, ολοκληρώνοντας αυτό που αποδείχθηκε ότι ήταν ένας συστηματικός αποκεφαλισμός της Χεζμπολάχ μετά από το σαμποτάζ στο δίκτυο επικοινωνιών της, ως προοίμιο για περαιτέρω βήματα στο δρόμο προς μια ολοκληρωτική επίθεση στις περιοχές που κυριαρχούνται από το κόμμα. Μια επίθεση που μέχρι στιγμής περιλαμβάνει εντατικούς και συγκεντρωτικούς βομβαρδισμούς και τη σταδιακή επέκταση μιας χερσαίας εισβολής, η οποία, σύμφωνα με ισραηλινές πηγές, θα πρέπει να παραμείνει «περιορισμένη».

Γίνεται έτσι σαφές ότι η έκκληση της αμερικανικής κυβέρνησης για εκεχειρία τριών εβδομάδων μεταξύ της Χεζμπολάχ και του σιωνιστικού κράτους, που ξεκίνησε με γαλλική παρότρυνση και ανακοινώθηκε από κοινού με το Παρίσι, δεν ήταν καθόλου ειλικρινής και δεν συνοδεύτηκε από καμία πραγματική αμερικανική πίεση. Σχετικά με αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι η Washington Post δημοσίευσε την περασμένη Τετάρτη έρευνα που δείχνει ότι οι απόψεις για την εκεχειρία διέφεραν στο εσωτερικό της κυβέρνησης Μπάιντεν, με ορισμένα μέλη της να εκτιμούν τη στρατιωτική κλιμάκωση του Ισραήλ ως «έναν δυνητικά αποτελεσματικό τρόπο για να αποδυναμώσει η λιβανέζικη μαχητική ομάδα». Η αντίδραση της κυβέρνησης στη δολοφονία του Χασάν Νασράλα, αρχής γενομένης από τον ίδιο τον Μπάιντεν, ήταν να επικροτήσει και να επαινέσει την επιχείρηση, χαρακτηρίζοντάς την ως «μέτρο δικαιοσύνης», ενώ χαρακτήρισε τη Χεζμπολάχ και τον γενικό της γραμματέα ως τρομοκράτες. Αυτή η αντίδραση επιβεβαίωσε την πλήρη στρατιωτική και πολιτική συνενοχή της Ουάσιγκτον στη συνεχιζόμενη επίθεση εναντίον του Λιβάνου, μετά την κατάφωρη συνενοχή της στον γενοκτονικό πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Γάζα.

Με όλα αυτά, η υποκρισία της κυβέρνησης Μπάιντεν άγγιξε ένα νέο πάτο, με τον χαρακτηρισμό του λιβανέζικου κόμματος ως τρομοκρατικής οργάνωσης να έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις διαπραγματεύσεις που διεξάγει μαζί του εδώ και αρκετούς μήνες, σε αναζήτηση αυτού που η ίδια αποκαλεί «διπλωματική λύση» της σύγκρουσης της Χεζμπολάχ με το Ισραήλ. Πώς θα μπορούσε η Ουάσιγκτον να διαπραγματευτεί με μια «τρομοκρατική οργάνωση», με τη μεσολάβηση του προέδρου του λιβανέζικου κοινοβουλίου Ναμπίχ Μπέρι, πολιτικού (αλλά όχι στρατιωτικού) συμμάχου της Χεζμπολάχ, και να επιδιώξει διπλωματική διευθέτηση με μια τέτοια οργάνωση; Για να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι δεν υπάρχει πράξη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική, την οποία το σιωνιστικό κράτος δεν έχει διαπράξει με ένταση και δολοφονική βαρβαρότητα που ξεπερνά οτιδήποτε έχει περιγράψει και συνεχίζει να περιγράφει ως τρομοκρατικό η Ουάσιγκτον (χωρίς να μιλάμε φυσικά για αυτά που η ίδια έχει διαπράξει).

Για μια ακόμα φορά, και στον απόηχο του γενοκτονικού πολέμου που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Γάζα, ιδού μια υποκριτική δικαιολογία για έναν πόλεμο που αποσκοπεί στο ξερίζωμα μιας μαζικής οργάνωσης που έχει εκλεγμένα μέλη στο κοινοβούλιο του Λιβάνου και διευθύνει έναν τεράστιο ημι- κρατικό πολιτικό μηχανισμό, χαρακτηρίζοντάς την στο σύνολό της ως τρομοκρατική, χωρίς καν να κάνει διάκριση μεταξύ της στρατιωτικής πτέρυγας και των πολιτικών οργάνων της. Αντίθετα με την περίπτωση της Χαμάς, της οποίας η επιχείρηση «Πλημμύρα της Αλ Άκσα» αξιοποιήθηκε ευρύτατα για να της κολήσουν αυτή την ταμπέλα, η Χεζμπολάχ, υπό την ηγεσία του Χασάν Νασράλα, δεν έχει διαπράξει καμία πράξη που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική με την έννοια της σκόπιμης επίθεσης κατά Ισραηλινών ή Αμερικανών πολιτών ή μη-μαχητών. Για αυτό το λόγο, ξαναθυμήθηκαν τις επιθέσεις του 1983 εναντίον της πρεσβείας των ΗΠΑ και των αμερικανικών και γαλλικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην «Πολυεθνική Δύναμη» στο Λίβανο, για να τις αποδώσουν στον Χασάν Νασράλα, ο οποίος δεν ήταν τότε μέλος της ηγεσίας του κόμματος και ήταν μόλις 23 ετών! Στην πραγματικότητα, ο Νασράλα επέβλεψε τη μετατροπή του κόμματος σε κόμμα που μετέχει στην πολιτική του Λιβάνου, με την πρώτη συμμετοχή του στις βουλευτικές εκλογές το 1992, τη χρονιά που αυτός ανέλαβε τη θέση του Γενικού Γραμματέα.

Την περασμένη εβδομάδα δείξαμε πώς το σχέδιο της Χεζμπολάχ για διεξαγωγή περιορισμένων εχθροπραξιών εναντίον του Ισραήλ για την υποστήριξη της Γάζας, είχε αρχίσει να της γίνεται μπούμερανγκ, σε βαθμό που βρέθηκε «να έχει παγιδευθεί σε μια αμοιβαια αλλά άνιση αποτροτρεπτική δράση» με τον σιωνιστικό στρατό. Στην πραγματικότητα, το κόμμα έπεσε στην παγίδα που του έστησε το Ισραήλ, επιμένοντας να συνεχίσει να ανταλλάσσει πυρά με το σιωνιστικό κράτος «μέχρι την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα», ενώ γινόταν σαφές ότι το βάρος της μάχης μετατοπιζόταν από τη ρημαγμένη Λωρίδα της Γάζας στο Λίβανο. Θα ήταν πιο σωστό για το κόμμα να ανακοινώσει δημοσίως την αποδοχή της γαλλοαμερικανικής έκκλησης για εκεχειρία τριών εβδομάδων (καθώς μάλιστα χρειαζόταν επειγόντως να ανασάνει και να αποκαταστήσει τον ηγετικό του μηχανισμό μετά την έκρηξη του δικτύου επικοινωνιών του) και την παύση των στρατιωτικών επιχειρήσεων από την πλευρά του, κάτι που θα έφερνε σε δύσκολη θέση τη σιωνιστική κυβέρνηση και θα την εξέθετε σε έντονες διεθνείς πιέσεις να πράξει το ίδιο.

Οι τελευταίες ημέρες έδειξαν ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται η Χεζμπολάχ την «αμοιβαία αποτροπή» μεταξύ της ίδιας και του σιωνιστικού κράτους, δεν λάβαινε επαρκώς υπόψη της την άνιση φύση αυτής της αποτροπής (λάθος υπολογισμός παρόμοιος με εκείνον της Χαμάς, αν και πολύ λιγότερο σοβαρός), και ότι η εμπιστοσύνη της για τη δέσμευση του νονού της στην Τεχεράνη να την υπερασπιστεί ήταν επίσης μια αυταπάτη, δεδομένου ότι το Ιράν απάντησε στις επανειλημμένες επιθέσεις που εξαπέλυσε το Ισραήλ απευθείας εναντίον του μόνο μία φορά, τον περασμένο Απρίλιο, και τότε μόνο με σχεδόν συμβολικό τρόπο.

Φαίνεται ότι η Χεζμπολάχ επιβεβαίωσε την προθυμία της να επιστρέψει στην εφαρμογή της απόφασης 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ του 2006, η οποία απαιτεί την απόσυρση των δυνάμεών της βόρεια του ποταμού Λιτάνι, αναγνωρίζοντας έτσι την ανισότητα δυνάμεων μεταξύ αυτής και του σιωνιστικού κράτους και αποδεχόμενη τον όρο που επέβαλε η αμερικανική διαμεσολάβηση. Η πρόθεση αυτή επιβεβαιώθηκε από τον προσωρινό πρωθυπουργό του Λιβάνου, Νατζίμπ Μικάτι, μετά τη συνάντησή του με τον Ναμπίχ Μπέρι. Αξίζει λοιπόν να αναρωτηθούμε αν έχει νόημα να επιμένει στη συνέχιση του αγώνα μέχρι να συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, δίνοντας έτσι στη σιωνιστική κυβέρνηση ένα πρόσχημα για να εντείνει την επίθεσή της στο Λίβανο και ειδικότερα στη Χεζμπολάχ.

Μετάφραση της εβδομαδιαίας στήλης του G. Achcar στην αραβόφωνη εφημερίδα Al-Quds al-Arabi που εδρεύει στο Λονδίνο. Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο την 1η Οκτωβρίου.

Επιμέλεια Γιώργος Μητραλιάς